Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2016

Η άλωση της Τροίας προσδιορίστηκε το θέρος του 1218 π.Χ. σύμφωνα με αστρονομικές παρατηρήσεις


Δημήτρη Ε. Ευαγγελίδη

Εισαγωγή - Η στρωματογραφία της Τροίας

Όπως έχω γράψει στο «Λεξικό των Αρχαίων Ελληνικών και περι-Ελλαδικών φύλων» (Β΄ έκδοση συμπληρωμένη, Θεσσαλονίκη, 2005) σχετικά με την στρωματογραφία της Τροίας:

Η αρχαιολογία της Τροίας, από την εποχή του Σλήμαν μέχρι σήμερα, έχει σημειώσει αξιόλογη πρόοδο και είμαστε σε θέση να ερμηνεύσουμε ένα μεγάλο μέρος των μύθων και των παραδόσεων που διατηρήθηκαν στο πέρασμα των αιώνων, αλλά και να ανασυνθέσουμε τα προϊστορικά και ιστορικά γεγονότα που διαδραματίσθηκαν στην περιοχή.



Σύμφωνα λοιπόν με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία της έρευνας, η πόλη της Τροίας όχι μόνον εντοπίσθηκε, αλλά αποδείχθηκε και ότι η ιστορία της αρχίζει πολύ πριν από τα γεγονότα του Τρωϊκού πολέμου, που πρέπει να τοποθετηθούν στο τελευταίο μισό του 13ου αιώνα π.Χ. όπως υποστηρίζεται από τον μεγάλο Αμερικανό αρχαιολόγο και ανασκαφέα της Τροίας, Carl W. Blegen.
Αποδείχθηκε επίσης ότι η Τροία αποτελείται ουσιαστικά από αλλεπάλληλα στρώματα οικισμών, κτισμένων ο ένας πάνω στα ερείπια του προηγουμένου.
Είναι γνωστές σήμερα εννέα κύριες οικοδομικές φάσεις της Τροίας, η οποία στην πραγματικότητα ήταν η οχυρωμένη ακρόπολη και πρωτεύουσα (Ίλιον) της περιοχής (Τρωάδα), η έδρα του βασιλιά και της οικογενείας του, των υψηλών αξιωματούχων, του προσωπικού των ανακτόρων και της βασιλικής φρουράς.
Ο παλαιότερος οικισμός (Τροία Ι) καλύπτει μια χρονική διάρκεια 500 ετών περίπου. Η αρχή του τοποθετείται στα τέλη της 4ης χιλιετίας π.Χ. (γύρω στο 3100 π.Χ. περίπου) και διακρίνονται δέκα διαδοχικές υποφάσεις (I a – I j) κατοίκησης, με ευρήματα που αποδεικνύουν ότι οι παλαιότατοι αυτοί Τρώες δεν αγνοούσαν την ναυτιλία και το εμπόριο με μακρινές περιοχές.
Η πρώτη πόλη της Τροίας θα καταστραφεί από μια μεγάλη πυρκαγιά και στα ερείπιά της ξανακτίζεται ένα πολύ μεγαλύτερο και ισχυρότερο φρούριο. Αυτή είναι η δεύτερη πόλη της Τροίας (Τροία ΙΙ) στην οποία αναγνωρίζουμε επτά υποφάσεις (ΙI a – II g) κατοίκησης και η οποία είχε μια χρονική διάρκεια περίπου 300 ετών (2600-2300 π.Χ.). 
Δεν διαπιστώθηκε πολιτιστική ασυνέχεια και επομένως αλλαγή πληθυσμού. Το εμπόριο εξακολουθεί να ανθεί, οι κάτοικοι στην ύπαιθρο καλλιεργούν τα χωράφια, κυνηγούν, ψαρεύουν, κατασκευάζουν αγγεία με ιδιαίτερη δική τεχνοτροπία και επεξεργάζονται τον χαλκό και τον μόλυβδο, αλλά όχι ακόμα τον ορείχαλκο. 
Το πλέον αξιοθαύμαστο όμως είναι η συσσώρευση ενός μοναδικού θησαυρού και άλλων μικρότερων, από χρυσό και ασήμι που βρέθηκαν κρυμμένοι στα ερείπια της τελευταίας υποφάσης της Τροίας ΙΙ. Τον μεγάλο θησαυρό ανακάλυψε οΕρρίκος Σλήμαν το 1873 και έμεινε γνωστός με το όνομα «θησαυρός του Πριάμου». Η Ελληνίδα σύζυγος του Σλήμαν φωτογραφήθηκε με ορισμένα από τα κοσμήματα αυτού του θησαυρού, μεταξύ των οποίων υπήρχε ένα είδος διαδήματος αποτελούμενο από 16.353 ξεχωριστά χρυσά κομμάτια! 
Πρέπει να σημειώσουμε ότι παρόμοιοι θησαυροί της ιδίας περιόδου βρέθηκαν και στην Πολιόχνη της Λήμνου, όπου ανθούσε ένας πολιτισμός με στενή συνάφεια με αυτόν της Τροίας. 
Όπως τονίζει ο Άγγλος καθηγητής Denys L. Page, στο εξαιρετικό έργο του «Η Ιλιάς και η Ιστορία» σχετικά με τα ευρήματα της Τροίας ΙΙ : «…αυτοί οι θησαυροί είναι κάτι μοναδικό … δεν έχουν ούτε παρελθόν ούτε μέλλον … κανένα χρυσό αντικείμενο δεν βρέθηκε σε καμιά φάση οπουδήποτε από τους έξη πρώτους οικισμούς – δηλ. ένα διάστημα περίπου 2.000 χρόνων…». 
Η Τροία ΙΙ θα καταστραφεί επίσης από μια μεγάλη πυρκαγιά, αλλά η καταστροφή είναι τόσο έντονη και συστηματική, που όλοι οι ερευνητές συμφωνούν ότι πρόκειται για έργο επιδρομέων, τους οποίους πιθανόν διευκόλυνε κάποια σοβαρή εσωτερική αναταραχή, ίσως μια εξέγερση. Όπως περιγράφει με γλαφυρό ύφος ο Page (σελ. 62): «…οι ημέρες των βασιλοκτόνων ήταν μετρημένες: γιατί δεν επέζησαν από την καταστροφή της ακροπόλεως. Ίσως αυτοί στάθηκαν ευκολώτερα θύματα από όσο θα ήταν οι μεγάλοι βασιλείς, όταν ο εχθρός ήλθε με το σπαθί στο χέρι και φωτιά και η Τροία κάηκε όπως σπάνια πριν είχε καεί άλλο Φρούριο. Έτσι μια από τις ισχυρότερες περιοχές της Μικράς Ασίας απόμεινε ερείπια με στάχτες και πέτρες…». 
Φαίνεται ότι οι επιδρομείς δεν είχαν πρόθεση να παραμείνουν και ίσως αποτελούσαν μέρος μιας ευρύτερης μεταναστευτικής κίνησης που συνέχισε προς άλλες περιοχές. Υποστηρίχθηκε ότι η μεταναστευτική αυτή ομάδα δεν ήταν άλλη από τους Λούβιους, τους Αριοευρωπαίους εισβολείς που εμφανίζονται στον χώρο της Μ. Ασίας αυτήν ακριβώς την περίοδο ( γύρω στο 2300 π.Χ.). 
Οι κάτοικοι της Τροίας που θα επιζήσουν από την λαίλαπα των επιδρομέων θα επιβιώσουν σε έναν ασήμαντο οικισμό. Είναι ο τρίτος οικισμός της Τροίας (Τροία ΙΙΙ), που εμφανίζει τέσσερις οικοδομικές φάσεις (υποφάσεις ΙΙΙ a – III d) και είχε διάρκεια 100 ετών περίπου. 
Στην συνέχεια θα υπάρξει ένας τέταρτος οικισμός (Τροία IV), με πέντε υποφάσεις (IV a – IV e) και με διάρκεια 200 περίπου ετών (2200-2000 π.Χ.). Αποτελούσε μια μικρή κοινότητα που κάλυπτε ένα μικρό μέρος της έκτασης της ακμαίας Τροίας των υποφάσεων ΙΙ c και II d. 
Ακολούθησε η Τροία V με τέσσερις οικοδομικές υπο-φάσεις και διάρκεια 150 ετών περίπου (2000-1850/1800 π.Χ.). Παρατηρείται μια μικρή πολιτιστική βελτίωση που αντανακλά στην αρχιτεκτονική και στις συνθήκες διαβίωσης, στην αγγειοπλαστική που παρουσιάζει άνθηση, καθώς και στην μεταλλουργία όπου κατακτάται επιτέλους το μυστικό κατασκευής ορείχαλκου. Υπάρχουν μερικές ενδείξεις ότι αυτήν την περίοδο η ακρόπολη οχυρώθηκε με νέο τείχος. Μέχρι το τέλος της φάσεως Τροία V, αποδείχθηκε ότι η πόλη παρέμεινε στην κατοχή του ίδιου φύλου χωρίς διακοπή. «…Όμως τώρα ξαφνικά, χωρίς κανένα ίχνος μάχης ή φωτιάς, φθάνει το τέλος: Το νήμα που συνέδεε χίλια χρόνια απότομα κόβεται…» (D. Page ε. α. σελ. 64). 
Πραγματικά, η επόμενη φάση, η Τροία VΙ (1850/1800-1300/1290 π.Χ.), είναι μια πόλη που δεν έχει καμιά σχέση με τους προηγούμενους οικισμούς και το παρελθόν της περιοχής. Ένας νέος λαός έχει εγκατασταθεί εκεί, ο οποίος σύντομα θα αναδείξει την Τροία στην περίφημη πόλη που την δύναμη και τα πλούτη της θα υμνήσει το ομηρικό έπος. 
Σύμφωνα με τους ερευνητές η Τροία VΙ (στην οποία διακρίνουμε οκτώ υποφάσεις VI a - VI h) διαφέρει από την Τροία V στον υπέρτατο δυνατό βαθμό. Κατά τον C. Blegen μάλιστα «…η αλλαγή του πολιτισμού από τις αρχές της Τροία VΙ είναι τέτοιας φύσεως ώστε το μόνο λογικό συμπέρασμα που εξάγεται είναι η αλλαγή του πληθυσμού…». 
Τρία είναι τα ουσιαστικά στοιχεία της αλλαγής: 
α) Η αλλαγή στην αρχιτεκτονική, που χαρακτηρίζεται από τα επιβλητικά και μνημειώδη νέα τείχη, πολύ ισχυρότερα από οποιαδήποτε προηγούμενη φάση, τα οποία θα περιτειχίσουν μια ακρόπολη πολύ μεγαλύτερη σε έκταση. Τα κτίρια είναι μεγάλα, καλοσχεδιασμένα και τα περισσότερα ακολουθούν τον τύπο του μεγάρου. Το ανατολικό τμήμα του τείχους παρουσιάζει μεγάλες ομοιότητες με τα τείχη της τρίτης ακροπόλεως της Τίρυνθος, που χρονολογείται την ίδια περίπου εποχή. 
β) Η αλλαγή στην κεραμική με την εμφάνιση και στην Τροία VΙ των περίφημων τεφρών «μινυακών» αγγείων, που χαρακτηρίζουν την Μέση Εποχή του Χαλκού (1900-1600 π.Χ.) ή «Μεσοελλαδική» στον ελλαδικό χώρο. 
γ) Η εμφάνιση του εξημερωμένου αλόγου και η ύπαρξη έφιππων πολεμιστών, γεγονός που συνδέεται με τα νομαδικά Αριοευρωπαϊκά φύλα και την παρουσία τους στις διάφορες περιοχές. Σημειώνουμε ότι αυτήν ακριβώς την περίοδο εμφανίζεται το πολεμικό άλογο και στον ελλαδικό χώρο. 
Όπως επισημαίνουν εξ άλλου και οι Αμερικανοί ανασκαφείς: «…οι ιδρυτές της Τροίας VΙ αποτελούσαν πιθανόν ένα κλάδο στην μεταναστευτική κίνηση που κατέκλυσε την ηπειρωτική Ελλάδα…». 
Παρακινημένος από τις παραπάνω αντιστοιχίες και τα αρχαιολογικά ευρήματα ο D. Page υποστηρίζει (ε.α. σελ. 67) ότι: «…οι ιδρυτές της Τροίας VΙ ήταν ένας λαός που είχε τις ίδιες πολιτιστικές ρίζες με τους ελληνόγλωσσους εισβολείς και κατακτητές της Ελλάδος και που βρέθηκε στην ίδια μεταναστευτική κίνηση… πράγμα που μισοσημαίνει ότι οι Τρώες ήσαν Έλληνες…» και σε μια υποσημείωση (αρ. 105 σελ.105): «…Η Ιλιάς δεν μας αφήνει να υποθέσουμε ότι οι Τρώες ήσαν διαφορετικής φυλής ή ότι μιλούσαν διαφορετική γλώσσα από τους Έλληνες…». 
Τα ίδια υποστηρίζει και ο J. G. Macqueen (ερευνητής στο Βρετανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο της Άγκυρας και λέκτορας του Πανεπιστημίου Bristol) στο βιβλίο του (The Hittites, σελ. 33): 
«…ο Τρωϊκός πόλεμος της Ελληνικής παράδοσης δεν ήταν μια σύγκρουση μεταξύ των εχθρικών κόσμων της Ελλάδος και της Μ. Ασίας, αλλά (αφού οι κάτοικοι της Τροίας αυτήν την εποχή ήσαν στην ουσία γλωσσολογικά Έλληνες) μάλλον εμφύλια σύγκρουση… Αυτό κάνει ευκολότερη την ερμηνεία του γεγονότος γιατί η Τροία διαδραματίζει τόσο σημαντικό ρόλο στην ελληνική παράδοση, καθώς επίσης και τον μεγάλο αριθμό προσωπικών επαφών ανάμεσα στους Έλληνες και τους Τρώες πρωταγωνιστές και την ευκολία που οι αντίπαλοι επικοινωνούν μεταξύ τους στην μάχη, κάτι που φαίνεται ότι δεν ήταν απλώς μια περίτεχνη ποιητική φαντασία…». 
Όπως απέδειξαν τα ευρήματα των ανασκαφών οι κάτοικοι της Τροίας VΙ, θα αναπτύξουν από τον 16ο αιώνα π.Χ. και μετά, ιδιαίτερα στενές σχέσεις με τον Μυκηναϊκό κόσμο και πολιτισμό που ακμάζει αυτήν την εποχή. Στην τελευταία περίοδο μάλιστα της Τροίας VΙ (1400-1300 π.Χ.) εμφανίζεται το μέγιστο «…της μυκηναϊκής επιρροής πάνω στην τέχνη και την βιοτεχνία της Τροίας…» (D. Page ε. α. σελ.79). 
Η έκτη πόλη της Τροίας κατέρρευσε μετά από έναν ισχυρότατο σεισμό, που θα καταστρέψει εν μέρει τις επιβλητικές οχυρώσεις και θα μετατρέψει σε ένα σωρό ερειπίων τα μέγαρα και τα ανάκτορα του οικισμού. Το γεγονός χρονολογείται γύρω στο 1300/1290 π.Χ. 
Η έβδομη πόλη, η Τροία VΙΙ (1300/1290-1150/1130 π.Χ.) οικοδομήθηκε απ’ ευθείας πάνω στα πεσμένα ερείπια από τον ίδιο λαό χωρίς κανένα ενδιάμεσο στρώμα οικισμού και χωρίς ρήξη στην πολιτιστική παράδοση. Χωρίζεται σε τρεις συνολικά υποφάσεις, που η κάθε μία παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον. Η πρώϊμη φάση, η Τροία VΙΙa (1300/1290-1230 π.Χ.), αποδείχθηκε ότι είναι η ομηρική Τροία που κατακτήθηκε από τους Έλληνες, μετά τον δεκαετή Τρωϊκό Πόλεμο. Αυτό προέκυψε από το γεγονός ότι η καταστροφή της Τροίας VΙΙa προήλθε «…από μια εξαιρετικά βίαια πυρκαγιά… που προκλήθηκε από ανθρώπινη ενέργεια…» (D. Page ε. α. σελ. 87). Όσοι επέζησαν από την Άλωση της Τροίας «…φυτοζώησαν στον χώρο αυτόν για μια ακόμη γενιά…». Αυτή είναι η λεγόμενη Τροία VΙΙb1 (1230-1200 π.X.). 
Στην συνέχεια «…περιήλθαν στην εξουσία ενός λαού με ξένο και πρωτόγονο πολιτισμό, που δεν ήσαν ούτε Έλληνες ούτε Τρώες…» (D. Page ε. α. σελ. 87). Αυτή υπήρξε και η τελευταία υποφάση της έβδομης πόλης της Τροίας, η λεγόμενη Τροία VΙΙb2 (1200/1190-1150/1130 π.Χ.). 
Λεπτομέρειες για τον λαό που εγκαταστάθηκε στην Τροία VΙΙb2 (τους Φρύγες), υπάρχουν στο «Ιστορικό Περίγραμμα» στην αρχή του παρόντος. Γύρω στο 1100 π.Χ. η τοποθεσία θα εγκαταλειφθεί για 400 χρόνια περίπου. 
Σύμφωνα με την παράδοση, άποικοι από την Αιολική Λέσβο θα ιδρύσουν γύρω στο 700 π.Χ. μια νέα πόλη που θα ονομάσουν «Νέον Ίλιον». Αυτή αποτελεί την Τροία VΙΙΙ(700-334 π.Χ.). 
Το 334 π.Χ. ο Μέγας Αλέξανδρος θα επισκεφθεί την πόλη και θα της δώσει νέα αίγλη με την επέκταση του ναού της θεάς Αθηνάς, την ίδρυση ναών, την ανοικοδόμηση λαμπρών κτιρίων. Αυτή υπήρξε η Τροία ΙΧ, η Ελληνιστική Τροία, η τελευταία φάση της ένδοξης πόλης. Αργότερα, ο στρατηγός του Μ. Αλεξάνδρου και ηγεμών της Θράκης Λυσίμαχος, θα περιτειχίσει την πόλη με νέο τείχος και θα την εμπλουτίσει με εξαιρετικά κτίρια, Αγορά και ένα μεγάλο θέατρο. Η τελευταία προσπάθεια αναβίωσης της πόλης θα γίνει το 48 π.Χ. από τον Ιούλιο Καίσαρα, στην διάρκεια επίσκεψής του στην περιοχή, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Η πόλη θα εγκαταλειφθεί οριστικά τον 6ο αιώνα μ.Χ.

Η χρονολόγηση του Τρωϊκού Πολέμου
Υπάρχουν πολλοί και αλληλοσυγκρουόμενοι υπολογισμοί στις αρχαιοελληνικές και ρωμαϊκές πηγές σχετικά με την χρονολόγηση του Τρωικού πολέμου:
1. Ο Δούρις ο Σάμιος (340-260 π.Χ.), υποστήριζε (FGrHist76 F4) ότι από την άλωση της Τροίας έως και την εκστρατεία του Αλεξάνδρου κατά των Περσών, πέρασαν ακριβώς χίλια έτη, επομένως σύμφωνα με αυτήν την αναφορά η άλωση της Τροίας έγινε το 1334 π.Χ.
2. Σύμφωνα με τα αναφερόμενα στον Ηρόδοτο (Ηροδότου Ιστορία, Β' 145), υπολογίσθηκε ότι η άλωση της Τροίας έγινε περί το 1270 π. Χ.
3. Κατά τον Δικαίαρχο από την Μεσσήνη της Σικελίας, 4ος-3ος αι. π.Χ. (FGrHist, 58a), η άλωση της Τροίας έγινε το 1.212 π.Χ.
4. Σύμφωνα με το Πάριο Χρονικό η άλωση της Τροίας έγινε το 1209 π.Χ. (FGrHist239 A24).
5. Σύμφωνα με τον Τίμαιο τον Λοκρό (Πυθαγόρειος φιλόσοφος και αστρονόμος του 5ου π.Χ. αιώνα από τους Επιζεφύριους Λοκρούς της Κάτω Ιταλίας, του ομώνυμου Πλατωνικού Διαλόγου) η άλωση της Τροίας έγινε το 1194 π.Χ. (FGrHist566 F125).
6. Κατά τον Ερατοσθένη τον Κυρηναίο (276 π.Χ.–194 π.Χ.) η άλωση της Τροίας έγινε το 1184 π.Χ.(FGrHist241 F1). 
7. Σύμφωνα με τον Σωσίβιο (3ος αι. π.Χ. κηδεμόνας του Πτολεμαίου Δ΄ Φιλοπάτορος), η άλωση της Τροίας έγινε το 1172 π.Χ. (FGrHist595 F1).
8. Σύμφωνα με τον Έφορο από την Κύμη της Μ. Ασίας (4ος αι. π.Χ.) η άλωση της Τροίας έγινε το 1136 π.Χ. (FGrHist70 F223).


Συνολικά, υπάρχουν πιθανόν 11 αρχαίες πηγές, που χρονολογούν τον Τρωικό Πόλεμο από το 1514 ως το 1136 π.Χ. Ουδείς όμως από τους υπολογισμούς αυτούς βασιζόταν σε κάτι το επιστημονικά τεκμηριωμένο. Στους νεώτερους χρόνους ο Γερμανός αστρονόμος Καρλ Σος (Carl Schoss), το 1926, υπολόγισε ότι στις 16 Απριλίου του 1178 π.Χ. είχε όντως συμβεί ολική ηλιακή έκλειψη ορατή από τα Ιόνια νησιά. Στην ίδια ημερομηνία κατέληξαν το 2008 και οι Μαρτσέλο Μαγκνάσο και Κωνσταντίνος Μπαϊκούσης, του Πανεπιστημίου Ροκφέλερ της Νέας Υόρκης.
Πρόσφατες εξελίξεις


Όπως διαβάσαμε πρόσφατα σε μια ιστοσελίδα που αναφερόταν στο θέμα:

"...Το 2012, στο περιοδικό Mediterranean Archaeology & Archaeometry δημοσιεύθηκε μια νέα εργασία, από ομάδα ερευνητών των πανεπιστημίων Πατρών και Αθηνών υπό τον καθηγητή Γεωφυσικής Σταύρο Παπαμαρινόπουλο, που κατέληγε στην ημερομηνία 30 Οκτωβρίου 1207 π.Χ. ως την αποφράδα για τους Μνηστήρες της Πηνελόπης. Αν γνωρίζετε αγγλικά, είναι πραγματικά απολαυστικό να διαβάσετε σε αυτή την εργασία (www.maajournal.com/Issues/2012/pdf/PAPAMARINOPOULOS.pdf) τις λεπτομέρειες από την ομηρική περιγραφή που οδήγησαν στην αναζήτηση της ολικής έκλειψης όχι σε άνοιξη αλλά σε φθινόπωρο. Αφού όμως, όπως όλοι γνωρίζουμε, ο Οδυσσέας επέστρεψε στην Ιθάκη 10 χρόνια μετά την άλωση της Τροίας, τότε…; Η τεκμηριωμένη απάντηση δόθηκε δύο χρόνια μετά, τον Ιανουάριο του 2014, όταν στο ίδιο περιοδικό δημοσιεύθηκε η νέα εργασία της ελληνικής ομάδας, που χρονοθετούσε πλέον επακριβώς τη λήξη του Τρωικού Πολέμου 

Η έκλειψη του Πατρόκλου 


Αναδιφώντας τους στίχους του Ομήρου στην Ιλιάδα, οι ερευνητές εντόπισαν στην περιγραφή του θανάτου του Πατρόκλου – καταμεσήμερο – περιγραφή ηλιακής έκλειψης, όπως και αναφορά σε εμφάνιση της Αφροδίτης στο τρίτο πρωινό μετά τον θάνατό του. Τα σύγχρονα προγράμματα αστρονομίας που είναι δωρεάν διαθέσιμα μέσω του Διαδικτύου, όπως το Starry Night (http://astronomy.starrynight.com/), επιτρέπουν στον καθένα μας να διαπιστώσει ότι ο πλανήτης Αφροδίτη ήταν ορατός στον νυχτερινό ουρανό της Τροίας της 9ης Ιουνίου 1218 π.Χ., καθόσον ανέτειλε στις 3.12, ενώ ο Ηλιος στις 4.48. Και, ακριβώς τρεις ημέρες πριν, ο σχετικός κατάλογος της NASA Canon of Solar Eclipse Database (xjubier.free.fr/en/site_pages/solar _eclipses/5MCSE/xSE_Five_Millennium_Canon.html) μας πληροφορεί ότι είχε σημειωθεί ηλιακή έκλειψη που σκοτείνιασε τον ουρανό της Τροίας κατά 75,2%, από τις 14.10 ως τις 15.45. 

Για να σιγουρευτούν πως κανένα άλλο «δίδυμο εκλείψεων» δεν υπήρχε που να αντιστοιχεί στη δεκαετή απόσταση θανάτου του Πατρόκλου και θανάτου των Μνηστήρων, οι ερευνητές έψαξαν διεξοδικά όλη τη χρονική περίοδο 1400 – 1130 π.Χ. Το αποτέλεσμα ήταν μηδενικό, οπότε είναι πλέον βέβαιοι πως η Ιστορία θα καταγράψει τον Τρωικό Πόλεμο ως πραγματικό γεγονός, με τις ακόλουθες χρονολογίες διεξαγωγής του: 
Οκτώβριος 1227 π.Χ.: Αναχώρηση του Οδυσσέα από την Ιθάκη για την Αυλίδα. 

Θέρος 1226 π.Χ.: Εναρξη της πολιορκίας της Τροίας. 

Θέρος 1218 π.Χ.: Αλωση της Τροίας. 

Οκτώβριος 1207 π.Χ.: Επιστροφή Οδυσσέα και εξόντωση Μνηστήρων. 


Τις δύο αυτές πολυσήμαντες εργασίες χρονολόγησης των ομηρικών επών θα παρουσιάσουν οι έλληνες ερευνητές στο διεθνές συνέδριο «Η Αρχαία Ελλάδα και ο Σύγχρονος Κόσμος» που θα διεξαχθεί στην Ολυμπία, στις 28-31 Αυγούστου 2016. Τα ονόματα των ερευνητών της χρονολόγησης της Οδύσσειας και της Ιλιάδας, συνολικά, είναι: Σ. Παπαμαρινόπουλος (καθ. Γεωφυσικής Παν. Πατρών), Π. Πρέκα-Παπαδήμα (επίκ. καθ. Αστροφυσικής Παν. Αθηνών), Ε. Μητροπέτρου, Α. Τσιρώνη, Π. Αντωνόπουλος, Π. Μητρόπετρος και Γ. Σαραντίτης.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου