Ἔχουν περάσει σχεδὸν τρία χρόνια διωγμοῦ τῆς πίστεως καὶ ἐξευτελισμοῦ τῆς ἐκκλησίας , μὲ τὴν μετατροπὴ πολλῶν ἐκ τῶν ποιμένων της σὲ ὑπηρέτες τοῦ σατανικοῦ καὶ ἀνθρωποκτόνου παγκοσμίου συστήματος ἐξουσιασμοῦ τῶν ἀνθρώπων, καὶ πολλῶν ἄλλων σὲ μουγκούς καὶ κρυπτομένους. Τὸ καθημερινὸ φαινόμενο τῶν ξαφνικῶν θανάτων δὲν ξαφνιάζει κανέναν. Kανένας δὲν ἐνδιαφέρεται, κανένας δὲν διαμαρτύρεται καὶ δὲν ζητάει ἐξηγήσεις ἀπὸ τοὺς ἐπιβολεῖς τῶν σκευασμάτων τοῦ θανάτου, ὅπως πλέον ἀπεδείχθη καὶ ἐπιβεβαιώνεται καθημερινῶς ὅτι εἶναι. Αὐτὸ ποὺ εἶναι πολὺ ἀποκαρδιωτικὸ εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι συζητῶντας μὲ ἀνθρώπους «τῆς ἐκκλησίας», -αὐτοὺς ποὺ χαρακτηρίζονται (ἀλλὰ καὶ οἱ ἴδιοι σεμνύνονται) ὡς «ὑπάκουοι» καὶ σωστοί- παρατηρῶ ὅτι ἐνῷ τὰ γεγονότα βοοῦν, ἐνῷ ἡ ἀλήθεια εἶναι πρὸ ὀφθαλμῶν, συνεχίζουν νὰ ἐπαναλαμβάνουν: «Ποιός εἶμαι ἐγὼ νὰ κρίνω;», «Δὲν μπορῶ νὰ κρίνω», «Μὴν κρίνετε ἵνα μὴ κριθῆτε» … κτλ.
Αὐτὸ, ἡ ἀπώλεια τῆς δυνατότητος νὰ κρίνῃς, δὲν εἶναι κάτι ποὺ προέκυψε τυχαίως, ἤ ὡς δευτερεῦον ἀποτέλεσμα ἄλλης κυριωτέρας ἐπιδιώξεως. Αὐτὴ ἀκριβῶς εἶναι ἡ κυρία ἐπιδίωξις καὶ στόχευσις ὅλων τῶν μεθοδεύσεων τῶν κινούντων τὰ νήματα τῶν κυβερνώντων-μαριονετῶν παγκοσμίως. Ἡ ἀπόλυτη σύγχυσις, ἡ ἔλλειψις κριτηρίων, ἡ ἀδυναμία κρίσεως, ἡ αὐτοπαράδοσις στὶς μεθοδεῖες τῶν ὀργάνων τοῦ σατανᾶ, ἡ ἀπεμπόλησις τοῦ αὐτεξουσίου καὶ τῆς ἐλευθερίας ὁδηγεῖ στὴν ἔκπτωσι τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καὶ στὴν μετατροπή του σὲ ρακένδυτο καὶ ἐξαθλιωμένο δοῦλο στὴν χώρα τῶν πονηρῶν νεοεποχιτῶν πολιτῶν.