Οι Έλληνες είναι αντιμέτωποι με μία διεθνή σπείρα αδίστακτων τοκογλύφων – η οποία έχει τοποθετήσει στο στόχαστρο τα δημόσια και ιδιωτικά περιουσιακά τους στοιχεία, το βιοτικό τους επίπεδο, την αξιοπρέπεια, την εθνική τους ανεξαρτησία, καθώς επίσης το μέλλον των παιδιών τους.
Από την άλλη πλευρά έχουν μία κυβέρνηση, η οποία εκτελεί απλά τις οδηγίες των μπράβων των τοκογλύφων. Την ίδια στιγμή, παραπλανεί μεθοδικά το λαό της – συγκαλύπτοντας τις πραγματικές της προθέσεις πίσω από το θέατρο που έχει «ανεβάσει», με πρωταγωνιστή την ακροδεξιά. Θα ακολουθήσουν φυσικά τα υπόλοιπα «πολιτικά άκρα», οι συνδικαλιστές κοκ.
Παράλληλα, η ίδια αυτή κυβέρνηση, η οποία καθοδηγείται πιθανότατα από τον ηγέτη του μικρότερου συν-κυβερνώντος κόμματος, μάλλον ψεύδεται – αφού ισχυρίζεται ότι δεν λαμβάνει νέα μέτρα, όταν μηδενίζει το αφορολόγητο εισόδημα, μειώνει τις δαπάνες στον προϋπολογισμό για μισθούς και συντάξεις, ψηφίζει περισσότερους φόρους για τα ακίνητα (ενοίκια κλπ.), κλιμακώνει τους συντελεστές φόρων των ελληνικών επιχειρήσεων, περιορίζει τις αποσβέσεις παγίων κοκ.
Οι Έλληνες βέβαια αντιπαθούν τη βία, καταδικάζοντας την από όπου και αν προέρχεται – επίσης τις κοινωνικές αναταραχές, την πρόκληση επεισοδίων, τις απεργίες και όλες τις υπόλοιπες μορφές αντίδρασης.
Εν τούτοις, μεταφορικά φυσικά, δεν παύουν να αναρωτιούνται πως μπορεί κανείς να αντιμετωπίσει ειρηνικά και δημοκρατικά έναν οπλισμένο δολοφόνο, ο οποίος τον σημαδεύει στην καρδιά. Προφανώς, ευρισκόμενος σε αυτοάμυνα, θα έπρεπε να δράσει ανάλογα, εάν ήθελε να παραμείνει ζωντανός. Αλλιώς πως;
.
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ:
Η κυβέρνηση, με την ανοχή εάν όχι με τη συμμετοχή της αντιπολίτευσης, συνεπικουρούμενη από τα ΜΜΕ,προσπαθεί να «συγκαλύψει» την πλήρη αποτυχία και τα αδιέξοδα της οικονομικής πολιτικής που της επιβάλλεται – με τον, σε δημόσια θέα, διωγμό της ακροδεξιάς, με τις δήθεν αντιπαλότητες για τις θεωρίες των άκρων κοκ.
Την ίδια στιγμή η Ελλάδα βυθίζεται όλο και περισσότερο στην ύφεση, στην ανεργία και στην απογοήτευση –αργοπεθαίνει δηλαδή, ακολουθώντας έναν δρόμο που οδηγεί στην κόλαση.
Προφανώς απαιτείται άμεσα ένα εθνικό σχέδιο εξόδου από την κρίση – ενώ δεν υπάρχει σήμερα κανένα άλλο, εκτός από τα μνημόνια της Τρόικας και τις «κουτοπόνηρες», αν και άκαρπες προσπάθειες «καταστρατήγησης τους» εκ μέρους μίας πολιτικής ηγεσίας, η οποία «άγεται και φέρεται» από τα γεγονότα.
Το σχέδιο εξόδου θα έπρεπε να στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο στις δικές μας δυνάμεις – συμπεριλαμβάνοντας τυχόν ανάγκη αναστολής εξωτερικών πληρωμών, για ένα περιορισμένο χρονικό διάστημα, καθώς επίσης την άμεση εκδίωξη της Τρόικας (ΔΝΤ και Γερμανίας).
Προφανώς δε θα έπρεπε να επικεντρωθεί στην καταπολέμηση της ύφεσης και της ανεργίας – μέσω της αύξησης των μισθών των εργαζομένων ανάλογα με την παραγωγικότητα τους, καθώς επίσης με την ποιοτική καλυτέρευση των ελληνικών προϊόντων και των υπηρεσιών, έτσι ώστε να μπορούν να αυξηθούν οι τιμές πώλησης τους (το ακριβώς αντίθετο δηλαδή από αυτά που μας επιβάλλει το ΔΝΤ).
Φυσικά απαιτείται ένα σταθερό και ορθολογικό φορολογικό περιβάλλον, καθώς επίσης ένα φιλικό και μη γραφειοκρατικό επιχειρηματικό πλαίσιο – με την κατανάλωση ελληνικών προϊόντων σε πρώτη προτεραιότητα, με την αύξηση των εξαγωγών, με τη μείωση των εισαγωγών και με την εγχώρια παραγωγή όσο περισσότερων προϊόντων μπορούμε, από αυτά που εισάγουμε.
Ο συνδυασμός όλων των παραπάνω θα αύξανε σημαντικά τα έσοδα του δημοσίου, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις εξόφλησης των εξωτερικών χρεών μας. Η ανάπτυξη δε που θα προκαλούταν θα κλιμάκωνε τις επενδύσεις και τη ζήτηση, «παράγοντας» νέες θέσεις εργασίας και αντιστρέφοντας το σπιράλ του θανάτου, στο οποίο είμαστε εγκλωβισμένοι.
Εάν όμως η κυβέρνηση συνεχίσει τις ανόητες, σκόπιμες «κοκορομαχίες» με την αντιπολίτευση, ασχολούμενη μόνο με το πώς θα δανειστεί ακόμη περισσότερα χρήματα, με το πώς θα ληστεύει τους Έλληνες, καθώς επίσης με το πώς δεν θα πληρώνει τις υποχρεώσεις της χώρας μας στο εξωτερικό (ομόλογα, δάνεια κοκ.), η κατάσταση θα επιδεινώνεται διαρκώς – ενώ οι πολίτες, αργά ή γρήγορα, θα αποστασιοποιηθούν εντελώς από τη δημοκρατία.
Από την άλλη πλευρά έχουν μία κυβέρνηση, η οποία εκτελεί απλά τις οδηγίες των μπράβων των τοκογλύφων. Την ίδια στιγμή, παραπλανεί μεθοδικά το λαό της – συγκαλύπτοντας τις πραγματικές της προθέσεις πίσω από το θέατρο που έχει «ανεβάσει», με πρωταγωνιστή την ακροδεξιά. Θα ακολουθήσουν φυσικά τα υπόλοιπα «πολιτικά άκρα», οι συνδικαλιστές κοκ.
Παράλληλα, η ίδια αυτή κυβέρνηση, η οποία καθοδηγείται πιθανότατα από τον ηγέτη του μικρότερου συν-κυβερνώντος κόμματος, μάλλον ψεύδεται – αφού ισχυρίζεται ότι δεν λαμβάνει νέα μέτρα, όταν μηδενίζει το αφορολόγητο εισόδημα, μειώνει τις δαπάνες στον προϋπολογισμό για μισθούς και συντάξεις, ψηφίζει περισσότερους φόρους για τα ακίνητα (ενοίκια κλπ.), κλιμακώνει τους συντελεστές φόρων των ελληνικών επιχειρήσεων, περιορίζει τις αποσβέσεις παγίων κοκ.
Οι Έλληνες βέβαια αντιπαθούν τη βία, καταδικάζοντας την από όπου και αν προέρχεται – επίσης τις κοινωνικές αναταραχές, την πρόκληση επεισοδίων, τις απεργίες και όλες τις υπόλοιπες μορφές αντίδρασης.
Εν τούτοις, μεταφορικά φυσικά, δεν παύουν να αναρωτιούνται πως μπορεί κανείς να αντιμετωπίσει ειρηνικά και δημοκρατικά έναν οπλισμένο δολοφόνο, ο οποίος τον σημαδεύει στην καρδιά. Προφανώς, ευρισκόμενος σε αυτοάμυνα, θα έπρεπε να δράσει ανάλογα, εάν ήθελε να παραμείνει ζωντανός. Αλλιώς πως;
.
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ:
Η κυβέρνηση, με την ανοχή εάν όχι με τη συμμετοχή της αντιπολίτευσης, συνεπικουρούμενη από τα ΜΜΕ,προσπαθεί να «συγκαλύψει» την πλήρη αποτυχία και τα αδιέξοδα της οικονομικής πολιτικής που της επιβάλλεται – με τον, σε δημόσια θέα, διωγμό της ακροδεξιάς, με τις δήθεν αντιπαλότητες για τις θεωρίες των άκρων κοκ.
Την ίδια στιγμή η Ελλάδα βυθίζεται όλο και περισσότερο στην ύφεση, στην ανεργία και στην απογοήτευση –αργοπεθαίνει δηλαδή, ακολουθώντας έναν δρόμο που οδηγεί στην κόλαση.
Προφανώς απαιτείται άμεσα ένα εθνικό σχέδιο εξόδου από την κρίση – ενώ δεν υπάρχει σήμερα κανένα άλλο, εκτός από τα μνημόνια της Τρόικας και τις «κουτοπόνηρες», αν και άκαρπες προσπάθειες «καταστρατήγησης τους» εκ μέρους μίας πολιτικής ηγεσίας, η οποία «άγεται και φέρεται» από τα γεγονότα.
Το σχέδιο εξόδου θα έπρεπε να στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο στις δικές μας δυνάμεις – συμπεριλαμβάνοντας τυχόν ανάγκη αναστολής εξωτερικών πληρωμών, για ένα περιορισμένο χρονικό διάστημα, καθώς επίσης την άμεση εκδίωξη της Τρόικας (ΔΝΤ και Γερμανίας).
Προφανώς δε θα έπρεπε να επικεντρωθεί στην καταπολέμηση της ύφεσης και της ανεργίας – μέσω της αύξησης των μισθών των εργαζομένων ανάλογα με την παραγωγικότητα τους, καθώς επίσης με την ποιοτική καλυτέρευση των ελληνικών προϊόντων και των υπηρεσιών, έτσι ώστε να μπορούν να αυξηθούν οι τιμές πώλησης τους (το ακριβώς αντίθετο δηλαδή από αυτά που μας επιβάλλει το ΔΝΤ).
Φυσικά απαιτείται ένα σταθερό και ορθολογικό φορολογικό περιβάλλον, καθώς επίσης ένα φιλικό και μη γραφειοκρατικό επιχειρηματικό πλαίσιο – με την κατανάλωση ελληνικών προϊόντων σε πρώτη προτεραιότητα, με την αύξηση των εξαγωγών, με τη μείωση των εισαγωγών και με την εγχώρια παραγωγή όσο περισσότερων προϊόντων μπορούμε, από αυτά που εισάγουμε.
Ο συνδυασμός όλων των παραπάνω θα αύξανε σημαντικά τα έσοδα του δημοσίου, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις εξόφλησης των εξωτερικών χρεών μας. Η ανάπτυξη δε που θα προκαλούταν θα κλιμάκωνε τις επενδύσεις και τη ζήτηση, «παράγοντας» νέες θέσεις εργασίας και αντιστρέφοντας το σπιράλ του θανάτου, στο οποίο είμαστε εγκλωβισμένοι.
Εάν όμως η κυβέρνηση συνεχίσει τις ανόητες, σκόπιμες «κοκορομαχίες» με την αντιπολίτευση, ασχολούμενη μόνο με το πώς θα δανειστεί ακόμη περισσότερα χρήματα, με το πώς θα ληστεύει τους Έλληνες, καθώς επίσης με το πώς δεν θα πληρώνει τις υποχρεώσεις της χώρας μας στο εξωτερικό (ομόλογα, δάνεια κοκ.), η κατάσταση θα επιδεινώνεται διαρκώς – ενώ οι πολίτες, αργά ή γρήγορα, θα αποστασιοποιηθούν εντελώς από τη δημοκρατία.
Λύση αρ.1
ΑπάντησηΔιαγραφήΛύση αρ.2
να γελάσουμε και λίγο