Κυριακή 13 Μαρτίου 2011

ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΤΟN ΝΙΚΟ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ



της Μαρίας Χατζηαποστόλου 

Ο Νίκος Καζαντζάκης είναι αναμφίβολα ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες συγγραφείς, όχι μόνο γιατί το έργο του χαίρει παγκόσμιας αναγνώρισης, αλλά και επειδή βασανίστηκε με τα φλέγοντα υπαρξιακά ζητήματα που ταλανίζουν τον άνθρωπο ανά τους αιώνες. Για τον μεγάλο Κρητικό, ο άνθρωπος ανακαλύπτει το Θεό μέσα από τη συνεχή αναζήτηση, την αμφισβήτηση, ακόμη και την άρνηση.
Το κλειδί της ερμηνείας του έργου του είναι πως πρέπει πρώτα ν’ αφουγκραστούμε τον καημό του αν θέλουμε να κατανοήσουμε τη σκέψη του.
 Σε όλους μας είναι γνωστή η σύγκρουση του συγγραφέα με το κατεστημένο της εποχής του, καθώς η τότε Εκκλησία της Ελλάδος επιχειρεί τη δίωξη του και τον κατηγορεί ως ιερόσυλο κυρίως ολόκληρου του Τελευταίου Πειρασμού.Η θεία Πρόνοια όμως έλαμψε στο πρόσωπο του μακαριστού Οικουμενικού Πατριάρχου Αθηναγόρα Α΄, ο οποίος απέτρεψε τον αφορισμό του μεγάλου Κρητικού και έσωσε τη τελευταία στιγμή την αξιοπρέπεια και την ανθρωπιά του σώματος της Εκκλησίας. 


 Το πρόσωπο του Χριστού, ο Θεάνθρωπος, βασάνισε περισσότερο απ’ όλους και απ’ όλα τον Νίκο Καζαντζάκη και συγκλόνισε ολάκερη την ύπαρξή του, οδηγώντας τον σε μια αέναη αναζήτηση. Ο αληθινός Χριστός κατά τον Καζαντζάκη, περπατάει και αγωνίζεται μαζί με τους ανθρώπους.  Και το χρέος του αληθινού ανθρώπου είναι να ακολουθήσει τα χνάρια του Χριστού, να σταυρώνεται μαζί του, ώστε να γίνει και μέτοχος της Αναστάσεως. Ο Χριστός με μια λέξη στον Καζαντζάκη είναι σταυρωμένος. Και γι’ αυτό είναι ακριβώς αναστημένος. Ακόμη ένα γεγονός που μαρτυρά την μεγάλη εξοικείωση που ένιωθε ο μεγάλος Κρητικός με την ασκητική παράδοση, είναι πως οι αγαπημένοι του μυστικοί θεολόγοι είναι ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, ο όσιος Ισαάκ ο Σύρος, ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας και ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος.
     Στη σκέψη του Καζαντζάκη, ο κεντρικός άξονας είναι πως για να αναστηθεί ο άνθρωπος πρέπει πρώτα να σταυρωθεί κατά το πρότυπο του Χριστού, καθώς όπως διακηρύσσει ο συγγραφέας: «Ανάσταση χωρίς σταύρωση δεν υπάρχει». Η στάση του Καζαντζάκη και των ηρώων του απέναντι στον θάνατο είναι μια στάση ηρωισμού και αδιάκοπου αγώνα, καθώς ο θάνατος αντιμετωπίζεται γενναία ως ανάληψη της ευθύνης εκ μέρους του ανθρώπου και μέσα από την κοινωνία με τον Θεό και τον συνάνθρωπο, ο άνθρωπος ο άνθρωπος οφείλει να φτάσει στο χείλος της αβύσσου για να προσεγγίσει τον Θεό.

Η Ασκητική αποτελεί κραυγή λευτεριάς, την υπαρξιακή κραυγή του μεγάλου Κρητικού, τον αντικατοπτρισμό της πάλης του ανθρώπου με τον Θεό και την αντανάκλαση της αιμάτινης και αέναης μάχης ύλης και πνεύματος. Τα δύο αυτά πρόσωπα, ο Θεός και ο άνθρωπος, καθώς και τα δύο αυτά στοιχεία, η ύλη και το πνεύμα, δεν είναι αντίπαλοι στη μάχη μα σύμμαχοι και συναγωνιστές, καθώς όλος ο αγώνας έγκειται στο «Να κάνουμε την ύλη ζωή».
     Στο καθολικό έργο του συγγραφέα δεν υπάρχει πουθενά δυαλιστικός μανιχαϊσμός με μοιραία επακόλουθα την ενοχοποίηση της σάρκας, της ύλης και του κόσμου. Ο Καζαντζάκης εδώ είναι άκρως πατερικός. Η παθολογία που συναντάται στο έργο του έχει άμεση συγγένεια με την πατερική σκέψη. O Kαζαντζάκης παρασύρεται κι’ εκείνος σ’ έναν ιδιότυπο νεοπλατωνισμό, κουβαλώντας μαζί του την αδυναμία της πατερικής σκέψης, καθώς σε ορισμένες περιπτώσεις δεν υπάρχει πλήρης αποδοχή της βιολογικότητάς μας στην Εκκλησία. Ο συγγραφέας ακολουθεί πιστά την παθολογία των πατέρων που εξυψώνει το σώμα μέσα στα πλαίσια του ορθόδοξου υλισμού, από το οποίο όμως ορισμένες φορές στερεί την ουσιαστική του ολότητα. Ο Θεός κραυγάζει «βοήθεια!» προς τον άνθρωπο. Κι’ εδώ ακριβώς εντοπίζεται η καρδιά της ορθόδοξης θεολογίας, αφού ο Θεός ρισκάρει και δημιουργεί ένα πλάσμα το οποίο δύναται να τον αποδεχθεί ή να τον αρνηθεί, επειδή το μεγαλύτερο δώρο του Θεού προς τον άνθρωπο, είναι η ελευθερία του. Η σκέψη του έχει ως εξής: «Αν είσαι μέσα μου, αν σε σώσω, θα είσαι αιώνια μέσα μου και θα ζωοδοτείς την ύπαρξή μου». Στην προοπτική αυτής της συλλογιστικής, στην ουσία της, αυτό που ισχυρίζεται ο Καζαντζάκης είναι πως αν ο Θεός είναι εντός μου ανύπαρκτος γνωσιολογικά, δεν υπάρχει ουσιαστικά μέσα μου, δηλαδή οντολογικά. Δηλαδή με άλλα λόγια, ο Θεός οντολογικά υπάρχει ούτως ή άλλως, αλλά για τον άνθρωπο που δεν τον αποδέχεται ως Κύριο και Δημιουργό του, δεν υπάρχει γνωσιολογικά κι’ ας υπάρχει στη νοητή πραγματικότητα.
     Σ’ αυτό το σημείο και πάλι συναντούμε την κεντρική διδασκαλία της Εκκλησίας για την ελευθερία και το αυτεξούσιο του ανθρώπου, αλήθεια που εμπνέει τον Νίκο Καζαντζάκη και τον μετατρέπει σε πολέμιο κάθε συστήματος. Ο Θεός ρισκάρει δημιουργώντας ένα ελεύθερο πλάσμα που έχει τη δύναμη να τον αρνηθεί ανά πάσα στιγμή. Και πράγματι η κατεξοχήν ανθρωπολογία είναι η θεανθρωπολογία, ένας οντολογικός τρόπος ζωής στον οποίο ο Θεός νοηματοδοτεί και ζωοδοτεί τη ζωή του ανθρώπου. Ο Θεός της Ορθοδοξίας είναι ένας Θεός ηττημένος κυρίως μέσα από την άσκηση της δικής του ελευθερίας και μέσα από την ελευθερία του όντος που δημιούργησε και του χάρισε το αυτεξούσιο, γεγονός που τον αναδεικνύει ταυτοχρόνως ηττημένο και νικητή. Η ελευθερία ως το κατεξοχήν γνώρισμα που καταξιώνει το ανθρώπινο πρόσωπο, αποτελεί ταυτοχρόνως κεντρική διδασκαλία της Εκκλησίας μας. Ακριβώς και κυρίως από αυτή τη συλλογιστική πορεία εκπορεύεται και η αντίληψη: «Θεέ μου, θα σε σώσω να με σώσεις».
     Η κυρίαρχη όμως έκφραση της Ασκητικής είναι αναμφισβήτητα η φράση που υπάρχει στην επιτύμβια στήλη του μεγάλου συγγραφέα: «Δεν ελπίζω τίποτα, δε φοβούμαι τίποτα, είμαι λεύτερος!». Μέσα σ’ αυτή την υψιπετή σκέψη του Καζαντζάκη συναντούμε και πάλι τη διδασκαλία των μεγάλων πατέρων της Εκκλησίας, ενός Ιωάννου του Δαμασκηνού, ενός Γρηγορίου Νύσσης. Κατά τον αείμνηστο δογματολόγο Νίκο Ματσούκα, το επίγραμμα στον τάφο του Καζαντζάκη εκφράζει τα τρία στάδια της πνευματικής ζωής των ανθρώπου: τη σχέση μισθίου-εργοδότου, η οποία χαρακτηρίζεται από την προσδοκία της ανταμοιβής, τη σχέση δούλου-Κυρίου, που χαρακτηρίζεται από το αρνητικό συναίσθημα του φόβου και τελικώς, τη τέλεια σχέση παιδιού-πατέρα, δηλαδή πιστού και Θεού, στην οποία κυριαρχεί η έννοια της αγάπης και ο άνθρωπος έχει φτάσει σε επίπεδο υιότητας με τον Θεό Πατέρα. Η ένωση μέσα στη μακαριότητα του Θεού είναι ο αληθινός Έρωτας, στον οποίο οδηγεί η αιώνια και άσβεστη δίψα του ανθρώπου να ενωθεί με τον Εσταυρωμένο Έρωτα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου