Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2011

ΕΠΕΤΥΧΕ Η΄ ΑΠΕΤΥΧΕ ΤΟ ΜΟΝΟΤΟΝΙΚΟ;



Διαβάστε την ομιλία που ακολουθεί. Δεν σας λέμε ποιός την εκπόνησε, θα το δείτε στο τέλος. Αξίζει από κάθε πλευρά, είναι μέγιστο μνημείο πληροφόρησης και δεικτικό του Ανθρώπου που δεν είναι πια μαζί μας..


Τις μεσονύκτιες ώρες της 11ης Ιανουαρίου 1982 στη Βουλή των Ελλήνων, παρουσία τριάντα περίπου μόνον βουλευτών, κατακόπων ήδη, συνετελέσθη ανερυθριάστως μία ωμή βιαιοπραγία εις βάρος της Ελληνικής γλώσσης. Ο τότε Υπουργός Παιδείας, εισήγαγε απροειδοποίητα προς επείγουσα ψήφισι, υπό μορφήν τροπολογίας, ένα άρθρο, κυριολεκτικώς, της προσκολλήσεως, σε άσχετο Νόμο, τον Νόμο 1228 «Περί εγγραφής μαθητών στα Λύκεια της Γενικής και Τεχνικής – Επαγγελματικής Εκπαιδεύσεως», με το οποίο επεβάλλετο αιφνιδίως στους Έλληνες το λεγόμενο Μονοτονικό σύστημα γραφής. Η Αντιπολίτευσι, καταληφθείσα εξ απήνης, αντέδρασε, εζήτησε αναβολή, ώστε να υπάρξη η δυνατότητα νηφαλίου μελέτης και επεξεργασίας ενός τόσο σοβαρού θέματος από την Εθνική Αντιπροσωπεία, πλην ματαίως, οπότε εγκατέλειψε διαμαρτυρομένη την αίθουσα.
Το Μονοτονικό, περιβεβλημένο διάτρητο κοινοβουλευτικό μανδύα, έγινε Νόμος του Κράτους και από την επομένη επεβλήθη στην εκπαίδευσι και στις δημόσιες υπηρεσίες και οργανισμούς με ασυνήθη ζήλο, ή, για να είμεθα ειλικρινέστεροι, με ανείπωτη σκοταδιστική μανία και καταθλιπτική βία. Οι υπάλληλοι του δημοσίου και των δημοσίων οργανισμών, και πιο πολύ οι εκπαιδευτικοί της στοιχειώδους και μέσης εκπαιδεύσεως, τρομοκρατήθηκαν από την Εξουσία μη τυχόν και αντιδράσουν και δεν το εφαρμόσουν.
Αμέτρητα σχολικά και άλλα εκπαιδευτικά βιβλία και εγχειρίδια καταστράφηκαν, ξαναστοιχειοθετήθηκαν στο μονοτονικό και επανεκδόθηκαν, με ανυπολόγιστο οικονομικό κόστος, που, βεβαίως, πληρώθηκε από το βαλάντιο των φορολογουμένων. Ακόμη και οι γραφομηχανές των δημοσίων υπηρεσιών και των σχολείων συγκεντρώθηκαν εσπευσμένως και υπέστησαν πάραυτα τονικό και πνευματικό ακρωτηριασμό. Η δασεία, η ψιλή, η περισπωμένη, η βαρεία και η υπογεγραμμένη απεσκυβαλίσθησαν με πρωτοφανή λύσσα, ως μιάσματα «της στείρας συντήρησης». Ο «προοδευτικός» φωταδισμός διέγραψε δια μονοκονδυλιάς μία γλωσσική και γραμματική, δηλαδή πολιτισμική, ιστορία εικοσι δύο αιώνων, με πρόφασι την απαλλαγή των μαθητών από περιττούς κόπους που απαιτούσε η εκμάθησις των δασυνομένων λέξεων και των τεσσάρων-πέντε κανόνων τονισμού. Οικονομία κόπου και χρόνου!…
Εις το εξής, χωρίς τα επαχθή «μακρόν προ μακρού οξύνεται» και «μακρόν προ βραχέος περισπάται», οι Έλληνες, ελεύθεροι από περιττά βάρη και με περισσότερο χρόνο στην διάθεσί τους, θα μπορούσαν ν’ ανοίξουν -επί τέλους!- τα φτερά του πνεύματός τους και να πετάξουν στα ύψη της γνώσεως και της σοφίας.
Ούτε η Ακαδημία Αθηνών ερωτήθηκε ποτέ για τη μεταβολή, ούτε οι Πανεπιστημιακές Φιλοσοφικές Σχολές, ούτε οι άνθρωποι των Γραμμάτων, ούτε ο εκτός συνόρων Ελληνισμός. Το Γένος και ποιητές είχε και συγγραφείς – λογοτέχνες, με άριστη ελληνομάθεια είχε, και φιλολόγους, πανεπιστημιακούς και μη, σπουδαίους. Ουδείς εξ αυτών πλην ελαχίστων εζήτησε ποτέ καθιέρωσι μονοτονικού, αλλά και ουδείς ερωτήθηκε!

Κάποτε, βεβαίως, αρκετά πριν την μονοτονική «μεταρρύθμιση», στην εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ είχε δημοσιευθή ένα κύριο άρθρο, πρωτοσέλιδο, «που εξηγούσε πόσα χρήματα θα κέρδιζε η εθνική οικονομία αν οι γραφομηχανές και τα τυπογραφεία δούλευαν χωρίς τόνους και πνεύματα»*. Επρόκειτο, προφανώς, για δοκιμαστική βολή. Δεν αποτελεί δε μυστικό, διότι όλα κάποτε σ’ αυτόν τον τόπο μαθαίνονται, ότι «η μοναδική μελέτη στην οποία στηρίχθηκε η Βουλή των Ελλήνων για να επιβάλει ομόφωνα το μονοτονικό ήταν μια έκθεση της εταιρείας Ολιβέττι. Το μονοτονικό στην Ελλάδα μας το σερβίρησαν για να «το χωνέψουμε» οι πολυεθνικές»*. Όχι βεβαίως απο ψυχοπόνεσι για τα παιδιά μας και για την διευκόλυνσι των σπουδών τους!….
Να σημειώσουμε ότι δεν είχε καλά-καλά προλάβει να ψηφισθή η κατάργησι του πολυτονικού, όπως εψηφίσθη, και η αγορά βρέθηκε αμέσως γεμάτη από γραφομηχανές στο μονοτονικό, ενώ δεν εύρισκες ούτε για δείγμα πολυτονικές! Τι να πρωτοθαυμάση κανείς; Την εσπευσμένη καταναλωτική ετοιμότητα ή το επιτελικό σχέδιο και το εμπορικό δαιμόνιο της καταναλωτικής προετοιμασίας, που με τις ευλογίες του Κράτους οδηγεί τον ενδιαφερόμενο σε υποχρεωτικό εκβιασμό αγοράς;
Από το άλλο μέρος, οι άνθρωποι των γραμμάτων αντέδρασαν. Ο Καθηγητής και Γεν. Γραμματεύς της Ακαδημίας Αθηνών Ι.Ν. Θεοδωρακόπουλος αμφισβήτησε ζωηρά στους νομοθέτες, δηλαδή στην εξουσία, το δικαίωμα δυναμικής επεμβάσεως στη γραφή του λόγου, υποστηρίζοντας εύστοχα ότι «την γλώσσα την αναπτύσσουν μόνον εκείνοι οι οποίοι έχουν να ειπούν κάτι, δηλαδή οι πνευματικοί άνθρωποι, και όχι οι απνευμάτιστοι γλωσσοπλάστες και νομοθέτες… Οι γλωσσικοί νομοθέτες, δεν έχουν καμμία αρμοδιότητα και ανακόπτουν απλώς την εξέλιξη του γλωσσικού μας πολιτισμού».
Διαπρεπείς, πνευματικοί άνθρωποι της περιωπής του Νικηφόρου Βρεττάκου, του Νίκου-Γαβριήλ Πεντζίκη, του Τάκη Βαρβιτσιώτη, του Αντρέα Καραντώνη, της Μελισσάνθης, του Χρήστου Μαλεβίτση, του Δημήτρη Μυράτ, της Λιλής Ζωγράφου, του Ευαγγέλου Μόσχου, του Παντελή Πάσχου, της Ιωάννας Τσάτσου, του Κώστα Τσιροπούλου, της Τατιάνας Σταύρου, του Νίκου Αθανασιάδη, του Τάσου Αθανασιάδη, της Γεωργίας Ταρσούλη, του Αλέξη Σολομού κ.α. εδημοσίευσαν μία αυστηρή διακήρυξι, με τον τίτλο: Διακήρυξη Ελλήνων Συγγραφέων. Μ’ αυτήν διαμαρτύρονταν εντονώτατα για την αναρμόδια και δυναστική κρατική επέμβασι στην γραφή της γλώσσης και διεκήρυσσαν: «Δεν δεχόμαστε οποιαδήποτε αλλαγή στη γραφή των λέξεων της γλώσσας μας και θα συνεχίσουμε να γράφουμε και να τυπώνουμε τα βιβλία μας με σέβας προς την ζωντανή γλωσσική παράδοση και την πλήρη μορφή των λέξεων, όπως μας δίδαξαν οι πατέρες του δημοτικισμού και οι μεγάλοι Νεοέλληνες συγγραφείς»³. Παραλλήλως ο μεγάλος μας Ελύτης, που πίστευε πως «…. η πολυαιώνια παρουσία του Ελληνισμού πάνω στα δώθε ή εκείθε του Αιγαίου χώματα έφτασε να καθιερώσει μιαν ορθογραφία, όπου το κάθε ωμέγα, το κάθε ύψιλον, η κάθε οξεία, η κάθε υπογεγραμμένη, δεν είναι παρά ένας κολπίσκος, μια κατωφέρεια, μια κάθετη βράχου πάνω σε μια καμπύλη πρύμνας, πλεούμενου, κυματιστοί αμπελώνες, υπέρθυρα εκκλησιών, ασπράκια η κοκκινάκια, εδώ ή εκεί, από περιστεριώνες και γλάστρες με γεράνια»*, εδήλωνε και αυτός απερίφραστα: «Εγώ είμαι υπέρ του παλαιού συστήματος, εναντίον του μονοτονικού και υπέρ της διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών. Είναι η βάση για να ξέρεις την ετυμολογία των λέξεων. Η σημερινή κακοποίηση της γλώσσας με ενοχλεί και αισθητικά»*. Ο Κορνήλιος Καστοριάδης εφώναζε: «Αν δεν θέλετε, κύριοι του Υπουργείου, να κάνετε φωνητική ορθογραφία, τότε πρέπει ν’ αφήσετε τους τόνους και τα πνεύματα, γιατί αυτοί που τους βάλανε ξέρανε τι κάνανε. Δεν υπήρχαν στα αρχαία ελληνικά, γιατί, απλούστατα, υπήρχαν μέσα στις ίδιες τις λέξεις»*. Ο Τάσος Λιγνάδης εξέφρασε χειρότερους φόβους: «Η γλώσσα μας… είναι μια εικόνα, που καθώς την γράφουμε ή την διαβάζουμε προάγουμε μια σημασία σε ήχο. Είναι, μεταφορικά, η ιδεογραφία μιας μουσικής… Η ισοπεδωτική μονοσημία της εικόνας είναι και διάλυση (προοδευτική κατάργηση της ορθογραφίας) και σύγχυση νοηματική και ατροφία φωνητική… η μεταπροσωδιακή σήμανση της ελληνικής γραφής έχει την ιστορία του πολιτισμού της. Ακριβώς γι’ αυτούς τους λόγους διαφωνώ με το μονοτονικό, που το μόνο επιχείρημά του είναι η απλούστευση μιας πρακτικής χρήσης. Ωστόσο ο φόβος μου δεν προέρχεται μόνο από αυτά, …. αλλά από κάτι άλλο: την ενδεχόμενη συνάρτηση του μονοτονικού με μια ασυλλόγιστη λαϊκιστική προοδευτικότητα. Το μονοτονικό είναι ο μοχλός μιας «εξελίξεως»…. που θα οδηγήσει βαθμιαία στην φωνητική ορθογραφία και στο λατινικό αλφάβητο. Και τότε θα ’ρθει μια Βουλή των Ελλήνων να βάλει καμαρώνοντας την ταφόπετρα στην ελληνική γραφή και μια άλλη πιο ρηξικέλευθη -γιατί όχι- να βάλει την ταφόπετρα στην ελληνική γλώσσα»*. Κι ευχόταν: «Εύχομαι να έχω αποδημήσει εις Κύριον πριν τα μάτια μου δουν μια τέτοια «πρόοδο» της Πολιτείας!»*… Ο μεγάλος ποιητής της Κύπρου Κώστας Μόντης, παρατηρώντας τις περί την γλώσσα μας καινοτομίες είπε: «δεν κατανοήσαμε πόσο εύθραυστα είναι {τα Ελληνικά} και τσαλαβουτάμε ανεύθυνα»* κι έμεινε πιστός στο πολυτονικό ως τον θάνατό του. Ο Νικηφόρος Βρεττάκος υπεστήριξε: «Υπερτιμήθηκε η άποψη ότι διευκολύνει τους μαθητές, κάτι που, ίσως, είναι αντιπαιδαγωγικό. Υπάρχει, άλλωστε και μια παράδοση, που εκφράζει την άποψη μεγάλων παιδαγωγών, οι οποίοι επιμένουν ότι το παιδί πρέπει να κοπιάζει για να γίνει άνθρωπος ικανός, ώστε στη ζωή του ν’ αντιμετωπίσει όλες τις αντιξοότητες»*…
Στην πραγματικότητα το νέο σύστημα διευκόλυνε απλώς τους θιασώτες της ήσσονος προσπαθείας μαθητές και μερικούς εκδότες εφημερίδων και τυπογράφους. Και, για να μην το λησμονούμε, την πολυεθνική Olivetti που εισώρμησε αμέσως έτοιμη στην αγορά με μονοτονικές γραφομηχανές και όποιους άλλους, εκρύπτοντο οπίσω της. Θέλετε να το πούμε και πιο καθαρά; Κάποια «μεγάλα κεφάλαια και τους αλληθωρίζοντες προς μίαν κεκαλυμμένη πνευματική παγκοσμιοποίησι», όπως έγραψε ο Κυριάκος Πλήσης*.
Έτσι, τριάντα άνθρωποι, στα μαύρα μεσάνυχτα, με μια γενναία και οπωσδήποτε ιστορική απόφασι, «απελευθέρωσαν» το ταλαίπωρο Γένος από τον «σκοταδισμό» του Αριστοφάνους του Βυζαντίου και των Αλεξανδρινών φιλολόγων και από τα δεσμά όλων εκείνων των περιττών και παράξενων σημαδιών, που έκαναν δύσκολη την ζωή των παιδιών και των εκδοτών και τυπογράφων μας.
Αλλά ας έλθωμε, αγαπητοί, στο ερώτημα: -Επέτυχε ή Απέτυχε το Μονοτονικό;
1. Στα 25 χρόνια από την βάναυσι επιβολή του δεν επιτεύχθηκε πλήρης υποταγή στο θλιβερό νομοθέτημα. Οι περισσότεροι άνθρωποι του πνεύματος συνέχισαν ανυποχώρητα την αντίστασί τους. Μεταξύ τους ο Τάσος Λιγνάδης, ο Χρήστος Γιανναράς, ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Σαράντης Καργάκος, ο Φρέντυ Γερμανός, ο Γιάννης Χατζηφώτης, ο Τάκης Σωτήρχος και πολλοί άλλοι έγκριτοι και καταξιωμένοι συγγραφείς έγραψαν η γράφουν και τυπώνουν τα βιβλία τους στο πολυτονικό. Ακόμα και στην Διασπορά, όπως ο διακεκριμένος ποιητής της Αυστραλίας Δημ. Τσαλουμάς.* Οπωσδήποτε και αρκετοί εκ των εμφανισθέντων μετά την ασυλλόγιστη μεταρρύθμισι, όπως η Ρέα Γαλανάκη.
Υπάρχουν ακόμη εφημερίδες και περιοδικά που επίσης χρησιμοποιούν πολυτονικό. Εκδότες που στην αρχή υπήρξαν ανένδοτοι μονοτονιστές, εκ των πραγμάτων υπεχρεώθησαν να υποχωρήσουν και να εκδίδουν εκ παραλλήλου και με το πολυτονικό, κατά την επιθυμία των συγγραφέων. Διαπρεπείς άνθρωποι του πνεύματος, όπως ο Στέλιος Ράμφος, ο Κώστας Τσιρόπουλος και οι εκλεκτοί συνεργάται της Ευθύνης, (θυμίζω την έκδοσι του φυλλαδίου: ΤΟ ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΤΟΥ ΜΟΝΟΤΟΝΙΚΟΥ [1991] και το αφιέρωμα της Ευθύνης προ τετραετίας) και φιλόλογοι της περιωπής του Σαράντου Καργάκου, κρατούν δυναμικά την σημαία της αντιστάσεως. Ο τελευταίος τονίζει ότι «το πολυτονικό είναι άσκηση νοός. Πέρ’ από αυτό, είναι στοιχείο παραδοσιακό, αισθητικό. Τα πνεύματα και οι τόνοι είναι ο,τι ο γλυπτικός διάκοσμος σε αρχαίο αρχιτεκτόνημα»*. Θα προσέθετα ότι οι τόνοι και τα πνεύματα κάνουν το γραπτό μας λόγο αληθινό πίνακα ζωγραφικής. Γράφεις λ.χ. κύμα και το βλέπεις να σκάη μέσα στον κόλπο του ύψιλον ως περισπωμένη! Γράφεις γλώσσα και την βλέπεις να εμφανίζεται μέσα από το στόμα του ωμέγα, με την μορφή και πάλι της περισπωμένης. Γράφεις ύπνος και βλέπεις την δασεία, βλέφαρο να κλείνη!..
Και πάλι θα μνημονεύσω τον Βρετάκο. Είπε: «Αν ήθελα να ζωγραφίσω μια ανάπηρη Ελλάδα, θα την έγραφα μ’ ένα λάμδα και χωρίς δασεία»*. Από κοντά και ο Καργάκος θα πη πολύ εύστοχα: «Οι τόνοι και τα πνεύματα είναι για την ελληνική γραφή ο,τι οι Κυκλάδες, οι Β. και Ν. Σποράδες για τον ελληνικό κορμό. Η Κρήτη είναι η περισπωμένη της γλώσσας μας»* και η Εύβοια η βαρεία, θα μπορούσε να προσθέση κανείς. Αλλά βεβαίως δεν πρόκειται για θέμα μόνον αισθητικής, όπως και τα νησιά μας, δεν είναι διακοσμητικά στοιχεία της Ελληνικής Πατρίδος, παρά την απίστευτη ομορφιά που της προσδίδουν!…
2. Το μονοτονικό «εστέρησε την γλώσσα μας από τον γενετικό κώδικα των λέξεών της», παρετήρησε πολύ εύστοχα ο Τσιρόπουλος*. Παραλλήλως εστένεψε το γνωστικό πεδίο των μονότονα και απνευμάτιστα εκπαιδευθέντων επικινδύνως. Η σαφήνια και η αμεσότητα του λόγου εχάθηκε. Τα μέρη του λόγου μπερδεύονται εύκολα μεταξύ τους. Η ετυμολογία των λέξεων αποτελεί άλυτο για τους μονοτονικά σπουδαγμένους. Μιλούν για αφαίρεσι, για αφαίμαξι για αυθαιρεσία, για αφύπνησι, για εφάπαξ, για εφαρμογή, για καθήλωσι, για κάθοδο, για μεθόδευσι για καθυστέρησι, για μεθόριο, για αφελληνισμό για πενθήμερο, για ανθυπολοχαγό, για πρωθυπουργό, για υφιστάμενο, για υφήλιο, για ένα πλήθος σύνθετα και στέκουν κεχηνότες μπροστά στα Θ και στα φ, που δεν βγαίνουν -κατά το δη λεγόμενον- από όσα γνωρίζουν. Βλέπουν τους Άγγλους να γράφουν Hellas και ψάχνουν να βρουν που βρέθηκε αυτό το h μπροστά στο όνομα της Ελλάδος. Το ίδιο και με το History, το Haides, το harmony, το homily, το hilarious, το hypnotic, το hypothesis κι ένα πλήθος άλλα. Ποιός να τους εξηγήση για την έρημη την δασεία μας, που οι «χασομέρηδες» Άγγλοι ακόμη την υπολογίζουν και την γράφουν; Αλλά μπορούν, με τέτοιο εξοπλισμό, να αφυπνισθούν και να καταλάβουν και νοιώσουν τί αφαίμαξι πνευματική τους γίνεται, τί καθήλωσι πολιτιστική υφίσταται, τί κίνδυνοι ελλοχεύουν στην ελληνοτουρκική μεθόριο και στις παραμεθόριες περιοχές μας γενικώς, τί μεθοδεύσεις γίνονται για να τους υποκλέψουν ή μειώσουν το εφάπαξ, τί αυθαιρεσίες γίνονται κάθε τόσο εις βάρους τους, σε τί καθυστέρησι ταλανίζονται, σε τί αφελληνισμό, στο τέλος, οδηγούνται υποδουλούμενοι στην προπαγάνδα των ποικιλωνύμων πολυεθνικών κολοσσών και πόσο hilarious γίνονται ανά την υφήλιο με το να μην αντιλαμβάνονται την προϊούσα πνευματική χρεωκοπία;
Αυτά συμβαίνουν όταν η εκπαίδευσί μας έβαλε ως ιδεώδες την ήσσονα προσπάθεια, την κατηφόρα, η λογική της οποίας «είναι ο πάτος», όπως έλεγε και ο Λένιν. Σιγά-σιγά θα διολισθήση σε hypnopedia και μακάριοι οι γρηγορούντες μέσα στην ζοφερή και ασέληνη νύχτα, όπου μας ωδήγησε η νύχτα της αμαρτίας της 11 Ιανουαρίου 1982.
3. Οι μαθηταί που στο Δημοτικό και στο Γυμνάσιο-Λύκειο δεν διδάχθηκαν πολυτονικό, έφθασαν στο Πανεπιστήμιο με ασύλληπτα κενά. Όλοι! Βεβαίως το κακό είναι πολύ πιο ορατό στις Σχολές Ανθρωπιστικών Σπουδών. Στις Φιλοσοφικές, στις Θεολογικές και στις Παιδαγωγικές Σχολές, από τις οποίες αποφοιτούν άνθρωποι που θα κληθούν εν συνεχεία να διδάξουν στη Στοιχειώδη και τη Μέση Εκπαίδευσι, στην Ανωτέρα και την Ανωτάτη, ελληνική γλώσσα και πολιτισμό, αρχαία κλασσικά κείμενα, αγιογραφικά και πατερικά κείμενα, ιστορία, ποίησι -αρχαία, μεσαιωνική και νεώτερη, Παπαδιαμάντη, Κάλβο, Καβάφη, Βιζυηνό, Σεφέρη, Ελύτη, Σικελιανό κ.ο.κ., έχοντας επίπεδο ελληνομαθείας απελπιστικά περιωρισμένο, συνήθως σε μέτρα βαρειάς αναπηρίας. Πολύπειρος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, που εδίδασκε επί πολλά έτη Βυζαντινή Υμνογραφία, Αγιολογία, Κριτική Έκδοσι Αρχαίων Κειμένων και Παλαιογραφία, ομολογεί με απελπισία: «τα μαθήματα αυτά γίνονταν με τέτοιες δυσκολίες, επειδή έχουν την ύλη τους Αρχαία και Βυζαντινά Ελληνικά, που στο τέλος ανέκραζα με πικρία, πως κάθε πέρσι και καλύτερα, κάθε νέα χρονιά και χειρότερα! Τα παιδιά μας, απ’ το Δημοτικό, Γυμνάσιο, Λύκειο, ίσαμε το Πανεπιστήμιο φτωχαίνουν και κουτσαίνουν γλωσσικά κι έχουν σε τέτοιο σημείο αλαλία και αφωνία, που είναι αδύνατο να οικοδομήσεις επάνω τους κάτι αξιόλογο από την άποψη των απαραίτητων ειδικών γνώσεων και της παιδείας γενικώτερα»*.
Και ταύτα προ τριετίας. Σήμερα τα πράγματα όχι μόνον δεν έχουν το παράπαν βελτιωθή, αλλά μάλλον προέκοψαν επί το χείρον. Είναι εφιαλτική η εικόνα που παρουσιάζουν Φιλόλογοι, Θεολόγοι, Δάσκαλοι όταν χρειασθή να αναγνώσουν μεγαλοφώνως όχι μόνο ένα αρχαίο η μεσαιωνικό κείμενο, Όμηρο, Θουκιδίδη, Γρηγόριο Θεολόγο, αλλά μια απλή περικοπή από τον Απόστολο ή το Ευαγγέλιο, που είναι πιο οικείο το κείμενο από την λειτουργική του χρήσι, μια Στάσι του Ακαθίστου Ύμνου, μια σελίδα του Νικοδήμου του Αγιορείτου ή του Παπαδιαμάντη, ένα ποίημα του Καβάφη. Το ίδιο, δυστυχώς, και με πολλούς από τους νεωτέρους κληρικούς μας!
4. Παρακολουθώντας τους εκφωνητές και σχολιαστές της τηλοψίας και του ραδιοφώνου η παραστάσεις νέων ηθοποιών, ή ομιλίες πολιτικών και μάλιστα των νεωτέρων και των θελόντων να εμφανίζωνται περισσότερο «σύγχρονοι» και «προοδευτικοί» (ομιλώ γενικώς, διότι υπάρχουν σε όλα τα κόμματα), παρακολουθώντας δημόσιους αγορητές και άλλους κατ’ ιδίαν συζητούντες, παρακολουθώντας συνομιλίες νέων, φοιτητών, εφήβων και παιδιών, θλίβεται κανείς κατάκαρδα από τον βαρβαρισμό και βατταρισμό, που βρίσκει μπροστά του. Η προφορά του έλληνος λόγου έχει πια φθαρή επικίνδυνα. Όπως πολύ σωστά παρατηρεί σχετικά ο Σαρ. Καργάκος, «Μετά την κατάργηση των τόνων και των πνευμάτων, που λειτουργούσαν ως οδικά σήματα ή ως μουσικές νότες στην ανάγνωση, η προφορά των νεοελλήνων, ειδικά της μονοτονικής γενεάς, δεν έγινε απλώς μονότονη, αφού έχασε την τονική παλμικότητά της και τη ρυθμοποιία της, έγινε μια τρεκλίζουσα και μπατάλικη προφορά, υπόκωφη, σπηλαιώδης και βρυχητική, γιατί απλούστατα, το παιδί δεν έχει σαφή αίσθηση του τόνου, αφού με ηλίθιους «κανόνες» του έχει επιβληθεί να μην τονίζει τις πιο ισχυρά τονούμενες λέξεις, όπως είναι οι ερωτηματικές αντωνυμίες, τί και ποιός και ακόμη τα άρθρα και τα μονοσύλλαβα επιφωνήματα, ή να τονίζει μή ισχυρά προσφερόμενες συλλαβές»*…
Ζητείται επειγόντως ένας Άγγελος Σικελιανός η ένας Δημήτρης Μυράτ για να μας θυμίση ξανά την ομορφιά και την ακρίβεια της προφοράς της γλώσσης μας!
5. Τα Αρχαία Ελληνικά, που έστω και περιορισμένα διδάσκονται, ευτυχώς, στη Μέση Εκπαίδευσι, γράφονται με την ιστορική τους ορθογραφία, στο πολυτονικό. Έτσι οι μαθηταί καλούνται να αποκτήσουν εσπευσμένως και τις βασικές γνώσεις του πολυτονικού, προκειμένου να μπορούν να παρακολουθήσουν το διδασκόμενο κείμενο. Εδώ ακριβώς έρχεται η σύγχυσις και το θαλάσσωμα. Τη μια στιγμή είναι υποχρεωμένοι να γράφουν λ.χ. αμιλλώμαι (ΣΣ στο αρχαίο πολυτονικό κείμενο) και την άλλη αμιλλώμαι (ΣΣ σε νεοελληνικό μονοτονικό). Τη μια αγαπώ και την άλλη αγαπώ. Τώρα εταίρος και σε λίγο εταίρος. Τώρα υμνώ και κατόπιν υμνώ. Τώρα των υγιών και μετά ταύτα των υγιών. Σωστή σχιζοφρένεια!. Έτσι απογοητεύονται εύκολα, σχετικοποιούν την έννοια της ορθογραφίας και στο τέλος ο καθένας γράφει όπως θέλει. Η απόστασι μέχρι την φωνητική γραφή δεν είναι μεγάλη. Ο Αννίβας δεν βρίσκεται απλώς προ των πυλών!….
6. Το μείζον όμως ερώτημα είναι ποιές δυνάμεις κρύπτονται πίσω από την επιβολή του μέτρου.
Επί του σημείου αυτού έχουν γραφή πολλά και ποικίλα, σχέσιν έχοντα με την πρόθεσιν αποκοπής των Νεοελλήνων από τις πηγές των κλασσικών γραμμάτων, μέχρις και αντικαταστάσεως της ελληνικής γραφής με την λατινικήν και της ελληνικής γλώσσης με την αγγλικήν.
Άραγε, ευρισκόμεθα προ των επιδιώξεων της παγκοσμιοποιημένης πολιτικής που αποβλέπει στην αλλοτρίωσιν των παραδόσεων, της ταυτότητος και της διάρκειας των λαών;
Διαπιστώνουμε, λοιπόν, ότι η επιβολή του Μονοτονικού και η επί ένα τέταρτο αιώνος εφαρμογή του,
Επέτυχε: Α΄) Να διχάση τους ανθρώπους των γραμμάτων. Β΄) Να δυσκολέψη την ετυμολογία των λέξεων, με αποτέλεσμα την απομάκρυνσι του λαού από το αρχικό νόημά τους. Γ΄) Να επιφέρη σύγχυσι στην ορθογραφία, με κίνδυνο κατολισθήσεως στην φωνητική γραφή. Δ΄) Να στερήση τόν γραπτό μας λόγο από την αισθητική του ομορφιά. Ε΄) Να καταστρέψη εν πολλοίς τη σωστή και ρυθμική προφορά του λόγου, με αφευκτη διολίσθησι στον βατταρισμό και τον βαρβαρισμό. Στ΄) Να δυσκολέψη αφάνταστα τις κλασσικές και ανθρωπιστικές σπουδές, με τραγικά για το όλο πνευματικό επίπεδο των Νεοελλήνων και την συνείδησι της εθνικής μας συνεχείας αποτελέσματα. Ζ΄) Να προβάλη ως παιδαγωγικό ιδεώδες την ήσσονα προσπάθεια και να επιβραβεύση την οκνηρία. Η΄) Να δώση τραγικά δείγματα οσφυοκαμψίας ενώπιον των μεγάλων συμφερόντων πολυεθνικών εταιρειών, διαφημιστικών γραφείων, εκδοτικών οίκων, εφημερίδων και περιοδικών.
Οκτώ «επιτυχίες», όσα και τα «Ουαί υμίν» του Χριστού προς τους Γραμματείς και Φαρισσαίους της εποχής Του…
Το Μονοτονικό απέτυχε: Α) Να πείση για την αθωότητα των κινήτρων της αιφνιδίας και δυναστικής επιβολής του. Β) Να κρύψη κάτω από τον διάτρητο μανδύα της «χρησιμότητος» το ψηλαφητό σκότος της βαρβαρότητος που φέρει εν εαυτώ. Γ) Να διευκολύνη την μάθησι. Δ) Να προαγάγη τους σκοπούς της παιδείας.
Η Εκκλησία, έχουσα πάντοτε πλήρη αυτοσυνειδησία ότι είναι η Κιβωτός του Γένους, αγκαλιάζει και όλες τις εκφάνσεις του πολιτισμού του, εν αις και την γραπτή μορφή της γλώσσης του, με στοργή. Έτσι, φρονίμως ποιούντες και το πνευματικό συμφέρον του Γένους προασπίζοντες, δεν εστέρξαμε, ούτε επισήμως, ούτε ανεπισήμως, να υιοθετήσουμε το μονοτονικό. Εκρατήσαμε, όχι μόνο στα ιερά Γραφικά και Λειτουργικά κείμενα, αλλά και στα έγγραφα τα υπηρεσιακά και στην αλληλογραφία και στις εκκλησιαστικές εκδόσεις το πολυτονικό. Αν κάποιοι εκ των κληρικών οιουδήτινος βαθμού μπήκαν στον πειρασμό να χρησιμοποιήσουν μονοτονικό, πρόκειται για προσωπική τους «αμαρτία». Ως Εκκλησία της Ελλάδος εκρατήσαμε, κρατούμε και θα κρατήσουμε το πολυτονικό. Το ίδιο, εξ όσων γνωρίζομε, πράττει και το Οικουμενικό Πατριαρχείο, καθώς και τα Πατριαρχεία Αλεξανδρείας και Ιεροσολύμων και η Εκκλησία της Κύπρου. Πείσμα; Όχι! Στείρος συντηρητισμός; Όχι! Άρνησις προσαρμογής; Όχι! Φυλάσσομε με πλήρη συνείδησι τις πνευματικές μας Θερμοπύλες. Η γλώσσα είναι πατρίδα! Εάν αφεθή στα χέρια των βαρβάρων, στο τέλος, δεν θα ομιλούμε, αλλά θα βαρ-βαρ-ρίζομε, και όχι μόνον γλωσσικώς. Η πανταχόθεν εξαπλουμένη παγκοσμιοποίησις εξυπηρετείται άριστα με μια γλώσσα φτωχή, ξύλινη,
ίσια-ίσια αρκετή για να διευκολύνωνται οι συναλλαγές στις τράπεζες, στα ανά τον κόσμο αεροδρόμια και στα καταστήματα αφορολογήτων ειδών. Ευχαριστούμε, δεν θα πάρουμε!… Σας ευχαριστώ.-

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ Ή ΜΝΗΜΕΙΟ ΜΑΧΗΤΙΚΟΤΗΤΑΣ;
Μια ομιλία που τον αναδεικνύει πρόμαχο της Ελληνικής: ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΜΟΝΟΤΟΝΙΚΟΥ 

http://olympia.gr/2009/01/29/greek-language/

3 σχόλια:

  1. Σωστά όλα αυτά.
    Να μην ξεχνάμε όμως, ότι όλα αυτά έγιναν με την απαίτηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελλήνων.
    Επαναλαμβάνω: ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΝΤΡΙΠΤΙΚΗΣ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Νομίζω ότι στο κείμενο αναμειγνύονται πρωτεύοντα και δευτερεύοντα θέματα, επιχειρήματα ουσίας και μη. Παρόλα αυτά, το θέμα είναι μείζον, όχι τόσο ως άμεση επαναφορά του πολυτονικού, αλλά ως εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων. Και στον τομέα αυτό, το κείμενο βοηθά.

    Είχα διαβάσει πριν πολλά χρόνια στο ΒΗΜΑ άρθρο του Γ. Ράλλη, υπουργού παιδείας την περίοδο που επεβλήθη το μονοτονικό. Ήταν απολογητικός κατά κάποιον τρόπο, στοχαζόμενος αν ήταν σωστή εκείνη η απόφαση (νομίζω αναφερόταν και στην Olivetti). Όταν την επόμενη εβδομάδα κάποιος του επετέθη, την μεθεπόμενη ο Ράλλης αντεπετέθη, ανασκευάζοντας και όσα είχε πει αρχικά.

    Επί της ουσίας: οι τόνοι και τα πνεύματα καθιερώθηκαν στην ελληνιστική περίοδο, σε μια προσπάθεια να αποτυπωθεί (να ζωγραφιστεί) η χαμένη -ήδη τότε- μουσικότητα στην προφορά. Οι «τόνοι» συσχέτιζαν την οξύτητα, τη βαρύτητα, τον κυματισμό με τη διάρκεια των φωνηέντων. Τα «πνεύματα» έδειχναν την τραχύτητα ή την λεπτότητα των αρχικών φωνηέντων των λέξεων. Σημαντικό είναι να κατανοήσουμε ότι διαγράψαμε αυτό που οι δυτικοί δανείστηκαν και το διατηρούν ακόμα. Το παράδειγμα με το “h” είναι σωστό, όμως θα πρέπει να μας εξηγήσει ένας Έλλην υπέρμαχος του μονοτονικού πού βρήκαν οι Φράγκοι το accent aigu, το accent grave και το accent circonflexe και γιατί τα διατηρούν (χωρίς πρακτικό λόγο) στη γλώσσα τους. Θα πρέπει να μας εξηγήσουν γιατί στα ελληνικά να διατηρούμε ακόμα 2 «Ο», και κάμποσα «Ι». Θα πρέπει να μας εξηγήσουν πόσο μεγαλύτερο ήταν το «Η» από το «Υ», γιατί στην ελληνική μουσική υπάρχει η -μη ακέραια- σχέση 1,5:1 μεταξύ των παλμών και αν κάτι τέτοιο υπήρχε και στη γλώσσα. Θα πρέπει… τέλος πάντων, θα πρέπει πολλά να μας εξηγήσουν, αλλά θα πρέπει κι εμείς να τα ζητήσουμε κάποτε…

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Σώζονται χειρόγραφα του Διονυσίου Σολωμού με πολλές λέξεις γραμμένες σε μονοτονικό (ενίοτε λείπουν εντελώς οι τόνοι) και...με πολλά ορθογραφικά λάθη (βλ. π.χ. http://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/e/eb/Solomos_manuscript.jpg).

    Επομένως, σύμφωνα με το κείμενο του Μακαριστού, ο Σολωμός, γράφοντας, μεταξύ άλλων, σε μονοτονικό :

    1.Στέρησε από τον γραπτό του λόγο (πεζά και ποίηση) κάθε αισθητική ομορφιά.
    Τέρμα τα περί του Σολωμού ως σπουδαίου ποιητή!

    2. Υπέκυψε στο παιδαγωγικό ιδεώδες της ήσσονος προσπάθειας και επιβράβευσε την οκνηρία.
    Μάλλον γι' αυτό ο τεμπέλαρος δεν ολοκλήρωσε ποτέ τους "Ελεύθερους Πολιορκημένους"! Αφήστε δε που όταν πέθανε άφησε ακατάστατο το γραφείο με τα γραπτά του. Προφανώς βαριόταν να συγυρίζει. Χρειάστηκε να μπει ο Πολυλάς (που έγραφε σε πολυτονικό), να τα βάλει σε μια τάξη και να ετοιμάσει μετά από επίπονη προσπάθεια την πρώτη έκδοση των ευρεθέντων του τεμπέλη.

    3. Έδωσε τραγικά δείγματα οσφυοκαμψίας ενώπιον των μεγάλων συμφερόντων, πολυεθνικών εταιρειών, διαφημιστικών γραφείων, εκδοτικών οίκων, εφημερίδων και περιοδικών.
    Το καταλάβατε ότι εδώ και έναν και κάτι αιώνες έχουμε ως Εθνικό Ύμνο τους στίχους ενός Γραικύλου;;;Να βρούμε άλλον Εθνικό Ύμνο. Τώρα κιόλας!!!

    Ανδροτίων

    ΑπάντησηΔιαγραφή