Σάββατο 10 Μαρτίου 2012

Η ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

της Φούλης Δημητρακοπούλου
 
Στις αρχές του 1800 τα κτήματα της Elizabeth Gordon, κόμισσας του Sutherland και του συζύγου της μαρκησίου του Stafford στην Σκωτία, υπολογιζόταν σε 1,5 εκατ. στρέμματα και συνιστούσαν την μεγαλύτερη ιδιοκτησία στην Ευρώπη. Στην έκταση αυτή ζούσαν χιλιάδες αγρότες, που δούλευαν στα κτήματα, ως κολίγοι επί αιώνες. Δυστυχώς για αυτούς μετά την επανάσταση των Ιακωβίνων του 1745 δεν αποτελούσαν πλέον περιουσιακό στοιχείο του ιδιοκτήτη που μπορούσε να κληθεί σε καιρό πολέμου. Αντιθέτως θεωρήθηκαν παθητικό που εμπόδιζε την εισαγωγή σύγχρονων μεθόδων καλλιέργειας και την μεγιστοποίηση των εισοδημάτων της ανώτερης τάξης από τα κτήματά τους. Τουλάχιστον αυτό προβάλουν ως δικαιολογία οι υπερασπιστές της μπουρζουαζίας. Έτσι, εφαρμόστηκε η λεγόμενη τεχνολογία εξοικονόμησης εργασίας. Ακούγεται τόσο σύγχρονο.


Ο πληθυσμός της Σκωτίας αυξανόταν με ρυθμό 10% ανά δεκαετία. (σύμφωνα με την απογραφή του 1801 ήταν 1,6 εκατομμύρια -Population Act 1800). Οι κολίγοι αντιμετωπίστηκαν αρχικά με την στρατολόγηση τους. Έτσι, τον Αύγουστο του 1800, το 93ο Σύνταγμα πεζικού, των Highlanders του Sutherland, ξεκίνησε την χωρίς επιστροφή πορεία του προελαύνοντας στους Ναπολεόντειους Πολέμους. Η φρίκη των χιλιάδων νεκρών στα πεδία των μαχών ανταποκρίνεται στην αντίληψη της εποχής περί αναλώσιμων στρατιωτών.

Ωστόσο, πίσω έμεινε ένας τεράστιος πληθυσμός. Η εξολόθρευση τους ήταν επιτακτική ανάγκη για να μετατραπούν οι φτωχές καλλιεργήσιμες εκτάσεις σε βοσκοτόπια και έμεινε γνωστή ως εκκαθάριση των Highlands. Αναφέρουμε ένα από τα εκατοντάδες περιστατικά της βαρβαρότητας. Μεταξύ του 1811 και του 1821, περίπου 15.000 άνθρωποι εκτοπίστηκαν, δολοφονήθηκαν, εκκαθαρίστηκαν από τα κτήματα των Sutherland. Τα χωριά που βρισκόταν στην επικράτειά τους κατεδαφίστηκαν και κάηκαν. Όσοι γλύτωσαν από την φωτιά πέθαιναν από το κρύο και την πείνα. Παράλληλα, εφαρμόστηκε η βίαια εξορία, με την συνδρομή του στρατού. Χιλιάδες συγκεντρώνονταν στις αποβάθρες και απροειδοποίητα συλλαμβάνονταν, φορτώνονταν σε πλοία και στέλνονταν στο εξωτερικό, κυρίως στην Β. Αμερική, όπου με την σειρά τους εξολόθρευαν τους ινδιάνους ιθαγενείς. Την ίδια τακτική ακολούθησαν σχεδόν όλοι οι αριστοκράτες της Σκωτίας. Έκτοτε ο πληθυσμός της χώρας δεν αποκαταστάθηκε ξανά. Οι ευγενείς δεν λογοδότησαν ποτέ επικαλούμενοι το δικαίωμα να χρησιμοποιούν την περιουσία τους κατά το δοκούν.

Ειδικοί νόμοι γράφτηκαν για να υπηρετήσουν τα συμφέροντα τους. Ο υπόλοιπος πληθυσμός αντιμετωπίστηκε ως ένα λάθος της φύσης που υπήρχε στο περιθώριο του δικούς τους κόσμου.

Η αριστοκρατία της Σκωτίας και της Βρετανίας είχε βρεί την ηθική δικαίωση για τα εγκλήματά της εκείνη την περίοδο στις θεωρίες του Thomas Malthus, ο οποίος χαρακτηρίστηκε από τον Μάρξ «ο κύριος εχθρός του λαού». Συνδέοντας την αύξηση του πληθυσμού με την μείωση των μισθών και τον πληθωρισμό, διακήρυσσε την μείωση του πληθυσμού (με την πείνα, τις ασθένειες, ή την φυσική επιλογή), προκειμένου να διατηρηθούν υψηλά οι τιμές των προϊόντων.

Αυτό αποτελεί ένα μόνο περιστατικό στον μακρύ κατάλογο της συστηματικής εξολόθρευσης και εκμετάλλευσης των πληθυσμών, στο πλαίσιο της πάγιας τακτικής που ακολουθήθηκε από την ανώτερη τάξη εις βάρος των «υποδεέστερων». Μια τακτική που ξεκίνησε τον μεσαίωνα και συνεχίζεται έως σήμερα.

Πόσο διαφορετική ήταν η συμπεριφορά του κεφαλαίου έναν αιώνα μετά;


Όταν οι μάζες παύουν να αποτελούν κεφάλαιο προς εκμετάλλευση, τότε είναι αναλώσιμες. 


Ο ναζισμός δεν ήταν γερμανικό προϊόν. Στην ουσία ήταν καπιταλιστικό. Στον βαθμό που εξελίχθηκε στην τελική του έκφραση παρουσιάστηκε ως γερμανικό κατασκεύασμα, αλλά ήταν ο εκπρόσωπος του καπιταλισμού και όχι μόνον του Γερμανικού. Ας μην συγχέεται αυτή η πραγματικότητα, με την κινηματογραφική και πολιτική παραμυθία των νικητών. Η αστική τάξη της Γερμανίας αναγνώρισε στον ναζισμό τον γερμανικό πολιτισμό, την γερμανική κοινωνία, και φυσικά την γερμανική αστική τάξη. Οι Junkers οι τσιφλικάδες της υπαίθρου, αποτελούσαν την παλιά αριστοκρατία. Είναι οι παλιοί φεουδάρχες της Πρωσίας, οι οποίοι από τον μεσαίωνα, είχαν αναλάβει τον αποικισμό και τον εκχριστιανισμό της βορειοανατολικής ευρώπης, με το λεγόμενο Ostsiedlung, την προς ανατολάς επέκταση. Με τίτλους ευγενείας και τεράστιες εκτάσεις γης στην κατοχή τους, η πολιτική τους επιρροή εκτεινόταν από την γερμανική αυτοκρατορία (1871) έως την Δημοκρατία της Βαϊμάρης (1933). Η γερμανική αστική τάξη και οι Junkers δεν επιθυμούσαν ειδικά τον φασισμό, αλλά μια νέα καπιταλιστική τάξη, καθώς η παλιά ιδεολογία είχε εξαντληθεί και δεν μπορούσε να εγγυηθεί την ενότητα του έθνους. Την νέα ιδεολογία προσέφερε ο φασισμός, του οποίου η κεντρική ιδέα ήταν η καταστροφή του οργανωμένου εργατικού κινήματος. Αυτό υποστήριξαν, με στόχο να σώσουν την Ευρώπη από την εργατική τάξη που θα μπορούσε να αναρριχηθεί στην εξουσία, με δεδομένη την επικράτηση των μπολσεβίκων.

Σε μια διαλυμένη χώρα οι φασίστες αναζήτησαν την εξουσία και αυτή τους παραχωρήθηκε από την αστική τάξη και τους Junkers. Οι σοσιαλδημοκράτες και οι κομμουνιστές συνθηκολόγησαν, αποδεικνυόμενοι κατώτεροι των Ισπανών που βρέθηκαν στην δίνη του εμφυλίου πριν υποταχθούν στον Φράνκο.

Βεβαίως οι γερμανοί δεν ήταν μόνοι τους. Σε ολόκληρη σχεδόν την Ευρώπη οι κυρίαρχες τάξεις έτρεφαν μια μεγάλη συμπάθεια στον ναζισμό και μπήκαν στον πόλεμο μόνο όταν ένιωσαν να απειλούνται. Ο σοσιαλιστής πασιφιστής Pierre Laval, ο στρατηγός Philippe Pétain με την γαλλική μπουρζουαζία, ο στρατηγός Φράνκο και οι Ισπανοί αριστοκράτες, ο Μουσολίνι και οι ευγενείς της Ιταλίας, ο ατυχής διάδοχος του βρετανικού θρόνου Edward, ο πρωθυπουργός Chamberlain, οι άρχουσες τάξεις στην Ουγγαρία, την Αυστρία, την Ρουμανία, ακόμη και οι ΗΠΑ ενθουσιασμένες παρακολουθούσαν με θαυμασμό, σεβασμό, φόβο και επιθυμία να μιμηθούν την τερατώδη οπτασία του Χίτλερ, που επιχειρούσε να αποκαταστήσει την τάξη και να διασώσει την ευρωπαϊκή κοινωνία. Ο Lord Lothian γραμματέας του Lloyd George χαρακτήριζε τον Χίτλερ ειλικρινή, λέγοντας: «Ο ναζισμός δεν είναι ιμπεριαλιστικός με την παλιά έννοια της λέξεως». Στο πρόσωπό του ναζισμού η αστική τάξη αναγνώρισε το αναγκαίο μέσο της αυτοσυντήρησης της. Η δολοφονική του σκληρότητα, η απληστία, η αναλγησία, ο απίστευτος φανατισμός, όλα αυτά δημιουργήθηκαν- οικοδομήθηκαν, από την μεγαλοαστική κοινωνία, γιατί της ήταν απαραίτητα. Ο καπιταλισμός χρειαζόταν την βαρβαρότητα στο παρελθόν, του είναι αναγκαία σήμερα και θα την χρειαστεί και στο μέλλον, γιατί είναι το μόνο μέσο επιβίωσης του. Η μορφή μόνον αλλάζει. Η αγριότητα παραμένει ίδια.
Τον 20ο αιώνα είδαμε να θριαμβεύει ο καπιταλισμός, με τις ΗΠΑ και την Γερμανία να οδηγούν την κούρσα της δημιουργίας καρτέλ και τράστ, μέσω των οποίων, απέκτησαν την δύναμη να καθορίζουν την παραγωγή, να ελέγχουν την αγορά, να μοιράζονται τα κέρδη. Ο ανταγωνισμός δημιουύργησε μονοπώλια, με την συνένωση ισχυρών επιχειρήσεων και με όχημα την τεχνολογία οδηγεί βίαια χιλιάδες εργαζόμενους μέσω της ανεργίας στην εξαθλίωση.

Η οικονομική ολογαρχία
 
Παρά τις τεράστιες διαφορές σε κοινωνικό και ιστορικό πλαίσιο μια παρόμοια σύγκρουση εξελίσσεται και σήμερα. Απλώς η παλιά αριστοκρατία των γαιοκτημόνων αντικαταστάθηκε από την οικονομική ολιγαρχία. Οι κάτοχοι του χρέους απέναντι στην δημοκρατία.

Η νέα επίθεση του κεφαλαίου στρέφεται και πάλι εναντίων των εργαζομένων, πέρα από σύνορα, τάξεις, επαγγελματικές ομάδες.

Το παράδοξο είναι το πώς αντιλαμβάνονται οι εκπρόσωποι του πνευματικού κόσμου, πολιτικοί, κόμματα, αναλυτές και σχολιαστές την μάχη που μαίνεται.

Με παραλλαγές ως προς τις αιτίες, τις συνέπειες και τις λύσεις ανάλογα με την πολιτική τοποθέτηση του καθενός οι περισσότεροι μιλούν για κρίση του παγκόσμιου καπιταλισμού.

Χωρίς αμφιβολία το 2008, το χρηματοπιστωτικό σύστημα υπέστη ένα πλήγμα (αν και μένει να αποδειχθεί ότι δεν επήλθε αθέλητα) που φάνηκε πως κλόνισε προς στιγμή τα θεμέλια του. Ωστόσο, με την έγκαιρη παρέμβαση των κυβερνήσεων έγινε μια άνευ προηγουμένου μεταφορά πλούτου από τα δημόσια ταμεία προς το κεφάλαιο, τις τράπεζες και ο εταιρικός τομέας ανέκαμψε, ενώ οι εργαζόμενοι απολύονται, χρεοκοπούν, μπαίνουν στο περιθώριο.

Τα στοιχεία δείχνουν ότι το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, αυτό που απασφάλισε την χειροβομβίδα της κατάρρευσης και της κρίσης, ανέκαμψε γρήγορα, η καπιταλιστική τάξη ενδυναμώθηκε και το σημαντικότερο χρησιμοποίησε τις πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές, ιδεολογικές συνθήκες που δημιουργήθηκαν ως αποτέλεσμα της κρίσεως, για την περαιτέρω εδραίωση της κυριαρχίας του και την εκμετάλλευση της υπόλοιπης κοινωνίας.


Τελικά η κρίση του κεφαλαίου έγινε κρίση της εργασίας.  

Με άλλα λόγια το κεφάλαιο μετέτρεψε την κρίση σε στρατηγικό πλεονέκτημα για την προώθηση των θεμελιωδών του συμφερόντων: την διεύρυνση των κερδών του, την εδραίωση της καπιταλιστικής κυριαρχίας, την συγκέντρωση της ιδιοκτησίας, την εμβάθυνση των ανισοτήτων μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας, την δημιουργία τεράστιων αποθεμάτων εργασίας για να αυξήσει περαιτέρω τα κέρδη του. Επιπλέον, η αντίληψη περί μιας ομοιογενούς παγκόσμιας κρίσεως παραβλέπει τις προφανείς, βαθιές διαφορές ως προς την εμφάνιση και τις συνθήκες μεταξύ κρατών, τάξεων ομάδων, πολιτισμών κ.α.. Διαφορές που εκμεταλλεύεται το σύστημα για να διχάζει τους εργαζόμενους.

Ορισμένοι θεωρούν ότι το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα μετά την κρίση τελεί υπό κατάρρευση. Ευσεβείς πόθοι. Επικεντρώνονται στην στασιμότητα και την συνεχιζόμενη ύφεση στην Β. Αμερική και την Ευρωζώνη, καθώς το ΑΕΠ κυμαίνεται μεταξύ αρνητικής και μηδενικής ανάπτυξης. Αναφέρουν τα διψήφια νούμερα της ανεργίας και στις δύο ηπείρους, καθώς και τα εκατομμύρια ιδιοκτητών που έχασαν τα ακίνητα τους από τις τράπεζες ιδίως στις ΗΠΑ, την μεγάλη αύξηση της φτώχειας και της ανέχειας ως επακόλουθο της απώλειας εργασίας, της μείωσης των μισθών και τις περικοπές ή την κατάργηση των κοινωνικών παροχών. Συνδέουν επίσης την κρίση με τις πτωχεύσεις των μικρών και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεων, αλλά και μικρών τραπεζών. Αυτά σίγουρα δεν συνιστούν κατάρρευση του συστήματος.

Όσοι μιλούν για κρίση νομιμότητας του καπιταλισμού, αναφέρουν τις μεγάλες και διευρυνόμενες ανισότητες, τους νόμους με τους οποίους οι τράπεζες εκμεταλλεύονται το δημόσιο χρήμα εις βάρος του κοινωνικού κράτους, παρουσιάζουν τις βαθιές καταστρεπτικές συνέπειες για την μεγάλη πλειοψηφία της ανθρωπότητος.

Στην πραγματικότητα η αυξανόμενη κοινωνική αντιξοότητα, η μείωση του εισοδήματος και της απασχόλησης είναι σημαντικοί παράγοντας που διευκολύνουν την ταχεία ανάκαμψη των περιθωρίων κέρδους για το διεθνοποιημένο κεφάλαιο.

Βρίσκεται σε κρίση ο καπιταλισμός όταν οι αμερικανικές επιχειρήσεις κατέχουν 1,7 τρις σε μετρητά, λόγω της αύξησης των περιθωρίων κέρδους; Κέρδη που προέκυψαν από τις μαζικές απολύσεις και την εντατικοποίηση της εκμετάλλευσης των λοιπών εργαζομένων, τα χαμηλά επιτόκια, την εύκολη πρόσβαση του κεφαλαίου σε πιστώσεις, την μείωση των φόρων και τις περικοπές στα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά προγράμματα;

Αναρωτιέται κάποιος πως η υποβάθμιση της εργασίας, η αγριότητα των συνθηκών επιβίωσης και η στασιμότητα της οικονομίας αποτελούν κρίση του καπιταλισμού. Επηρεάστηκαν αρνητικά τα εταιρικά περιθώρια κέρδους, οι ακαθάριστες αποδοχές των Διευθυντικών Στελεχών και η συγκέντρωση εκατομμυρίων σε μετρητά; Ούτε στο ελάχιστο. Το αντίθετο αυξήθηκαν. Σαφώς πρόκειται για κρίση των εργαζομένων, που μετατρέπεται σε κινητήριο δύναμη για την μεγιστοποίηση των κερδών του κεφαλαίου.

Η σύγχυση, της αυτόκλητης κεντροαριστεράς, των νεόκοπων αριστερών ή εκείνων που ταύτισαν ένα πολιτικό με ένα αξιακό σύστημα και θεώρησαν ότι η κατάρρευση του ενός συνεπάγεται την ανυπαρξία του άλλου, μπορεί να οφείλεται σε ιδιοτέλεια, σε άγνοια, ενδεχομένως και σε ανικανότητα αντιμετώπισης της νέας επίθεσης του κεφαλαίου, αλλά σίγουρα η αδυναμία συγκρότησης ενός μετώπου υπό μια συγκεκριμένη οικονομικο-πολιτική πρόταση δεν βοηθά τα εκατομμύρια των υφισταμένων την εξελισσόμενη λαίλαπα.

Η νέα σημαία υπό την οποία οφείλουν να πέσουν στο πεδίο της μάχης οι εργαζόμενοι είναι το ιδεολόγημα της ανάκτησης της ανταγωνιστικότητας. Οι οικονομικές ελίτ ενθαρρύνουν τις λεγόμενες δημοκρατικές κυβερνήσεις στην μεγαλύτερη επίθεση εναντίον των εργαζομένων στην σύγχρονη ιστορία. Η αυξημένη παραγωγικότητα και κερδοφορία είναι προϊόν της κυβερνητικής εργατικής πολιτικής, η οποία εμβαθύνει τις ανισότητες, κρατώντας χαμηλά τους μισθούς και αυξάνοντας τα περιθώρια κέρδους. Λιγότεροι εργαζόμενοι παράγουν περισσότερα εμπορεύματα. Φτηνή πίστωση δις για τις διασώσεις τραπεζών και μηδενική χρηματοδότηση για τα νοικοκυριά, τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που οδηγούνται σε πτωχεύσεις και εξαγορές δηλαδή, συγκέντρωση της ιδιοκτησίας σε λίγους. Η αριστοκρατία του κεφαλαίου απαιτεί την επιστροφή και με τόκο όσων θεωρεί ότι «εκχώρησε» στους εργαζόμενους τα τελευταία 60 χρόνια.

Εάν αυτό είναι το όραμα του καπιταλισμού για τον 21ο αιώνα, ποια είναι η απάντηση των λαών;

Η αριστερά δείχνει να χάνει για άλλη μια φορά την ευκαιρία να ανέβει στο τρένο της ιστορίας. Είναι διχασμένη ανάμεσα στην καπιταλιστική αριστερά, που φλερτάρει με τις αστικές της ρίζες, την επαναστατική που πιστεύει ότι μια μικρή ομάδα εξεγερμένων θα μπορούσε να αναδιαρθρώσει επιτυχώς την κοινωνία χωρίς την δημοκρατική συναίνεση των πολιτών της και στους νοσταλγούς της δικτατορίας του προλεταριάτου, οι οποίοι στην εποχή του πολέμου των άστρων χτυπούν τον εχθρό με μουσκέτα.

Είναι απολύτως αφελής η πεποίθηση των ουτοπιστών – ρεφορμιστών, ότι το κεφάλαιο θα παραδώσει οικιοθελώς τον πλούτο και την εξουσία του. Παράλληλα, ο ισχυρισμός για τον μετασχηματισμό του αστικού συστήματος, απεδείχθη η βαλβίδα ασφαλείας για την εκτόνωση των κοινωνικών πιέσεων, σε κάθε βιαιότερη μεταμόρφωση του καπιταλισμού, ο οποίος δημιούργησε τους μηχανισμούς διασφάλισης της μακροβιότητάς του. Κόμματα, συνδικάτα, εργασιακές μεταρρυθμίσεις, εκλογικές διαδικασίες αποτελούν το φύλλο συκής της εξουσίας του κεφαλαίου, το οποίο επικαλούμενο τον κοινοβουλευτισμό, χαρακτηρίζει αντιδημοκρατική κάθε προσπάθεια αμφισβήτησής του. Ποινικοποιεί την αγανάκτηση, εγείρει ενοχικά σύνδρομα στους εξεγερμένους, εξαγοράζει και όταν αυτά δεν είναι αρκούντως αποτελεσματικά εξαπολύει την κρατική και παρακρατική βία.

Ο καπιταλισμός οικειοποιούμενος την έννοια της δημοκρατίας, προωθεί την απαξίωση της στην συνείδηση των λαών. Μεθοδεύει την κατάργησή της και επισήμως, μέσω του νέου εφευρήματος, των κυβερνήσεων των τεχνοκρατών.

Ωστόσο, η δημοκρατία είναι απαραίτητη όχι γιατί καθιστά περιττή την κατάκτηση της εξουσίας από τους πολίτες, αλλά επειδή καθιστά αυτήν την κατάκτηση της εξουσίας αναγκαία και δυνατή.

Εκρηκτικός αναμένεται ο αιώνας που διανύουμε, για τον απλούστατο λόγο ότι μέσα στην εξαλλοσύνη του ο καπιταλισμός παύει να τηρεί και τα προσχήματα. Στην μετεξέλιξη του, (προσαρμογή του- αποδεκτή ή μη), πυροδοτεί μια νέα σύγκρουση των τάξεων. Οι εργαζόμενοι βρίσκονται και πάλι στην γραμμή εκκίνησης μιας αγωνιστικής πορείας. Η εποχή και τα μέσα ενδείκνυνται για να μην επαναληφθεί ως Σισύφεια προσπάθεια.


Το διαβάσαμε εδώ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου